The world I love:my novels, my favorite themes

Σάββατο 13 Μαΐου 2017

ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ: ΑΓΓΛΙΑ , ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Από την Δήμητρα Παπαναστασοπούλου




Σεργιάνι στα εγγλέζικα ακρογιάλια μας πάει ο Καζαντζάκης αυτή την εβδομάδα: στο Folkstone. Είναι ένα σεργιάνι καζαντζακικό, ενδιαφέρον και απόλυτα διαφορετικό από ό,τι ίσως περιμένετε. Τον ακολουθούμε...

Περπατώ στο λιμάνι του Φώκστον μ’ ένα νεαρό Εγγλέζο που είχα πιάσει μαζί του φιλίες, τώρα να, περνώντας τη Μάγχη. Είχε πάει στο Παρίσι-γαμήλιο πνεματικό ταξίδι, δώρο του πατέρα του πέρυσι πού τελείωσε τις σπουδές του στην Οξφόρδη- και γύριζε τώρα, κι ο νους του έλαμπε από το παιχνιδιάρικο, τόσο επιπόλαιο και τόσο βαθύ λαμποκόπημα του Παριστού.
   Για ένα σοβαρό Εγγλέζο, ένα τέτοιο ταξίδι είναι ταξίδι στα Κύθηρα, όπου η φαντασία ανοίγει τα πανιά κι ο απλοϊκός, συνεπαρμένος από την άνοιξη της ήβης, ταξιδιώτης, παραμορφώνει εκστατικά την φραντζέζικη λογική και την κάνει ξεγνοιασιά κι αλαφράδα. Και τώρα που γυρίζει στην πουριτανική Αγγλία, κοκκινίζει λίγο, χαμογελάει κρυφά, σα να γυρίζει, ξημερώματα, από ύποπτο σπίτι κι ανοίγει κλεφτά την πατρική θύρα και τρέμει μην τρίξουν οι σκάλες που ανεβαίνει. Και ξερογλείφει τα χείλια του ευτυχής και ντροπιασμένος.
   Και δεν ένιωσε-κι αυτό αποτελεί όλη τη γοητεία του ταξιδιού, αλλιώς πώς θα’ ταν γαμήλιο;- δεν ένιωσε πως το σπίτι απ’ όπου γυρίζει είναι το πιο νοικοκυρεμένο, πιο θετικό και νηφάλιο σπίτι της Ευρώπης.
   Χαίρουμαι να νιώθω στο βόρειο τούτο λιμάνι μιαν τέτοια νεανική χνουδομάγουλη αθωότητα δίπλα σ’ έναν Ανατολίτη με χιλιοχρονίτικη, απραχτική, χωρίς καμιάν αφέλεια ψυχή.
   Κάποτε συλλογιέμαι πως εμείς που ερχόμαστε από τ’ανατολίτικα λιμάνια, τα πολυβασανισμένα, τα πολυδουλεμένα, που ο αγέρας τους, χιλιάδες τώρα χρόνια, είναι κορεσμένος από λαχτάρες, είμαστε σαν παμπόνηροι γέροι που πάμε στον αθώο και βάρβαρο εφηβικό βορρά και το μάτι μας είναι αχόρταγο πάντα κι αρπαχτικό, μα αλαφριά κουρασμένο και περιπαιχτικό, σα να ‘ξερε τα πάντα. Γριές ό,τι κι αν κάνουν οι ράτσες  τούτες της Ανατολής, θύμησες βαριές, προαιώνιες, και στο πιο ασήμαντο ανατολίτικο παιδί μορφάζει μια ζωή που ξεπερνάει τη λιγόχρονη εμπειρία του ατόμου και πιάνει ολόκληρη τη μνήμη της ράτσας.
   Δεν έπρεπε η εγγλέζικη γλώσσα να’ χει την έκφραση τούτη: ¨Πόσο γέρος είσαι;» όταν ρωτά για την ηλικία κι ενός ακόμα παιδιού∙ έπρεπε να την είχαμε εμείς, και τ’ανατολίτικα παιδιά ν’ απαντούν: «Είμαι γέρος δυο χρονών... τριών χρονών...»

   Στράφηκα στον νεαρό χνουδομάγουλο Εγγλέζο:
   -Και τώρα, τον ρωτώ, τι σκοπεύετε να κάμετε; Τελειώσατε την Οξφόρδη, πήγατε και χαρήκατε το Παρίσι, το ρομάντσο τέλειωσε, αρχίζει η πραγματικότητα. Κατά πού;
   Μού έδειξε τη θάλασσα, νοτιοανατολικά.
   -Κατά κει! Αποκρίθηκε ήσυχα.
   -Ιντίες;
   -Ιντίες. Ο πατέρας μου ήταν υπάλληλος εκεί, θα γίνω κι εγώ. Θ’ ακολουθήσω τον ίδιο δρόμο. Γεννήθηκα εκεί πέρα, σε μιαν τροπική φύση, κάτω από μεγάλες μπανανιές. Στην Κεϋλάνη. Το κλίμα είναι βαρύ για μας, ο πατέρας μου επέμενε να πάω καλύτερα στον Καναδά ή στην Αυστραλία∙ μα οι Ιντίες με τραβούν. Με τραβά ο κίντυνος.
   Οι Εγγλέζοι όταν μιλούν, το μάτι τους σβαρνίζει και τις πέντε ηπείρους. Το παρατήρησα κι αργότερα σε όλο μου το ταξίδι, οι Εγγλέζοι μιλούν sub specie globi.Τίποτα δεν τους φαίνεται μακριά, εξορία, άκρα του κόσμου∙ μετατοπίζουνται με άνεση από τη μιαν ήπειρο στην άλλη, γνώριμα.Νιώθεις πως περπατούν και δρασκελούν τη γη σα να’ναι δική τους.
   Ο αφελής τούτος νέος μιλούσε για Ιντίες, Καναδά, Αυστραλία σαν τρία σημεία του ορίζοντα κοντινά και στάθηκε μια στιγμή να διαλέξει. Άλλοι λαοί μετατοπίζουνται από χώρα σε χώρα, στο νού τους, πεζοί ή με γαϊδουράκια ή με μαούνες∙ ή το πολύ πολύ με βαπόρια και σιδηρόδρομους∙ οι Εγγλέζοι μετατοπίζουνται με αεροπλάνα.

   Κι ένα άλλο ακόμα: Παντού, και στην πιο καθυστερημένη κι απόμακρη χώρα, μπορούν και μένουν άνετα. Γιατί παντού κουβαλούν την Αγγλία.     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου