The world I love:my novels, my favorite themes

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019


Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΩΝ ΒΕΡΣΑΛΛΙΩΝ
Μέρος γ΄
Της Dimitra Papanastasopoulou



Η αναφορά στην συνθήκη των Βερσαλλιών τελειώνει με τη διαμάχη σχετικά με τις αποζημιώσεις και την καταστρατήγησή της, πράγματα που θεωρώ πιο σημαντικά για την εξέλιξη της Ευρώπης.

Τα οικονομικά προβλήματα της Γερμανίας, λόγω της αποπληρωμής των αποζημιώσεων οδήγησαν στην κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, στην άνοδο του Χίτλερ και τελικά στην έκρηξη του Β΄Π.Π. Ανάμεσα στους ιστορικούς και τους διανοούμενους που υποστήριξαν αυτή την άποψη ήταν ο Τζων Κέϋνς και ο Μπέρτλαντ Ράσελ.
Η Μάργκαρετ Μακ Μίλλαν έγραφε: «: «...από την αρχή, η Γαλλία και το Βέλγιο επιχειρηματολογούσαν ότι τα αιτήματα για την αποκατάσταση των άμεσων ζημιών θα έπρεπε να λάβουν προτεραιότητα έναντι της διανομής των λοιπών αποζημιώσεων. Το Βέλγιο είχε λεηλατηθεί πλήρως. Στο βιομηχανοποιημένο Βορρά της Γαλλίας, οι Γερμανοί έπαιρναν ό,τι επιθυμούσαν και κατέστρεφαν τα υπόλοιπα. Ακόμα και όταν υποχωρούσαν, το 1918, οι γερμανικές δυνάμεις βρήκαν τον χρόνο να ανατινάξουν μερικά από τα πιο σημαντικά ορυχεία άνθρακα της Γαλλίας».
Φυσικά, υπήρξαν και αντίθετες φωνές που έκριναν ότι τα 269 εκ. χρυσά μάρκα (περίπου 6.6 δις.αγγλικές λίρες ή 32 δις. Αμερικανικά δολλάρια) ήταν υπερβολικά, μιας και η Γερμανία θα πλήρωνε ως το 1984. Οι φωνές αυτές ήταν ηχηρές, αφού μέσα στην ίδια χρονιά (1921) η αποζημίωση περιορίστηκε σημαντικά.
Ο Γερμανός Καρλ Μέλχιορ, στρατιωτικός, μέλος της γερμανικής αντιπροσωπείας και επενδυτής της M.M. Warburg & Co., θεώρησε σκόπιμο να αποδεχθεί η Γερμανία το βάρος των αποζημιώσεων, λέγοντας: «Μπορούμε να τα καταφέρουμε τα δύο-τρία πρώτα χρόνια με δάνεια από το εξωτερικό. Μετά από αυτό το διάστημα, τα ξένα κράτη θα έχουν συνειδητοποιήσει ότι αυτές οι αποζημιώσεις μπορούν να πληρωθούν μόνο με τεράστιες γερμανικές εξαγωγές και ότι αυτές οι εξαγωγές θα καταστρέψουν το εμπόριο στην Αγγλία και την Αμερική, οπότε οι ίδιοι οι πιστωτές θα πιέσουν για μετατροπή των όρων».
Πράγματι, τρία χρόνια μετά (1924) το σχέδιο Ντέϊους επέφερε τις πρώτες αλλαγές, το 1929 το σχέδιο Γιάνγκ περιόρισε τις αποζημιώσεις στα 26,3 δις. Δολλάρια και ποπληρωμή ως το 1988, ενώ διήρεσε την ετήσια πληρωμή (473 εκ. δολλάρια) σε δύο σκέλη. Ένα «απαραβίαστο» που ισοδυναμούσε με το 1/3 και ένα που επιδεχόταν αναβολή και αφορούσε τα υπόλοιπα 2/3.
Το Κραχ του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης το 1929 και η μεγάλη οικονομική κρίση που ακολούθησε, ανάγκασαν τους Συμμάχους να θέσουν μορατόριουμ για τις χρονιές 1931-1932, κατά τη διάρκεια του οποίου η Συνδιάσκεψη της Λωζάννης ψήφισε υπέρ της κατάργησης των αποζημιώσεων. Η Γερμανία ως τότε είχε πληρώσει το 1/8 των οφειλών της. Η Αμερική διαφώνησε, αλλά η Γερμανία σταμάτησε να πληρώνει.

Καμία άλλη συνθήκη στον κόσμο δεν υπέστη σε τόσο μικρό διάστημα τοσες μεταβολές, αναθεωρήσεις και αλλοιώσεις. Ένα πρώτο μέρος της μεταβλήθηκε προκειμένου η Γερμανία να γίνει μέλος της Κοινωνίας των Εθνών, και αμέσως μετά, ως μέλος, κατήργησε μονομερώς το V μέρος της συνθήκης- το σχετικό με την απαγόρευση του εξοπλισμού της( από την στιγμή της ανάληψης του Χίτλερ στην εξουσία το 1933 η στρατιωτική δύναμη της Γερμανίας αυξανόταν συνεχώ, χωρίς καμία διαμαρτυρία από τους συμμάχους στα πλαίσια της «Πολιτικής Κατευνασμού»).
Οι σύμμαχοι στη συνέχεια εγκατέλειψαν πρώτα τα σχετικά με τις επανορθώσεις και μετά όσα αφορούσαν αρκετούς οικονομικούς όρους και την αεροπλοϊα, ενώ το XIV μέρος περί εγγυήσεων εγκαταλείφθηκε εξ αρχής, προς εξασφάλιση του εμπορίου.
Όταν το 1939 η Γερμανία κατέλαβε την Μοραβία και την Βοημία, καθώς και το Μέμελ, η πολιτική κατάσταση και η σύνθεση της κεντικής ανατολικής Ευρώπης είχαν ανατραπεί πλήρως. Τελευταίο βήμα στάθηκε η κήρυξη του πολέμου εναντίον της Πολωνίας την 1η Σεπτεμβρίου 1939- η έναρξη του Β΄Π.Π., κι αυτή τη φορά από το ίδιο κράτος- την Γερμανία.







Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019


Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΩΝ ΒΕΡΣΑΛΛΙΩΝ
Μέρος β΄
Της Dimitra Papanastasopoulou





Οι συνομιλίες στις Βερσαλλίες κάθε άλλο παρά εύκολες ήταν. Οι επιδιώξεις των διαφόρων χωρών έρχονταν σε σύγκρουση και το αποτέλεσμα ήταν ένας «δυσχερής συμβιβασμός» όπως ειπώθηκε.

Η ηττημένη Γερμανία έχασε τα κάτωθι εδάφη:
-Αλσατία- Λωραίνη: Αυτά τα εδάφη είχαν περιέλθει στην κατοχή της Γερμανίας το 1871 (σύμφωνα με την τότε προκαταρκτική συνθήκη ειρήνης στις Βερσαλλίες την 26 Φεβρουαρίου και την συνθήκη της Φραγκφούρτης την 10η Μαϊου εκείνου του έτους). Οι δύο περιοχές επανήλθαν στην Γαλλία χωρίς δημοψήφισμα από την ημέρα της ανακωχής (11 Νοεμβρίου 1918).
-Βόρειο Σλέσβιγκ, Τόντερν, Απενράντε, Ζόντερμπουργκ, Χάντερσλέμπεν και Λύγκουμ. Οι περιοχές ενσωματώθηκαν στη Δανία μετά από δημοψήφισμα.
-Επαρχίες Πόζεν (σήμερα Πόζναν): είχαν προσαρτηθεί στην Δυτική Πρωσία μετά τον διαμελισμό της Πολωνίας(1772-1795). Μετά και την εξέγερση των Πολωνών (1918-1919) επεστράφησαν στην νεοδημιουργηθείσα Πολωνία. Το σκεπτικό της απόδοσης της Δυτικής Πρωσίας στην Πολωνία ήταν να υπάρξει διέξοδος στη θάλασσα. Έτσι, δημιουργήθηκε ο καλούμενος «Πολωνικός Διάδρομος» ή Διάδρομος του Ντάντσιχ.
-Περιοχή Χλουτσίνσκο Χούλτσιν της Άνω Σιλεσίας. Παραχωρήθηκε στην Τσεχοσλοβακία, ενώ το ανατολικό της τμήμα δόθηκε στην Πολωνία.
-Πόλεις Όϊπεν και Μαλμεντύ με τις γύρω τους περιοχές. Δόθηκαν στο Βέλγιο.
-Περιοχή Ζόλνταου της Ανατολικής Πρωσίας. Δόθηκε στην Πολωνία.
-Το βόρειο τμήμα της Ανατολικής Πρωσίας που περιλαμβάνει την πόλη Μέμελ πέρασε στον γαλλικό έλεγχο και αργότερα, με δημοφήφισμα, παραχωρήθηκε στην Λιθουανία.
-Βάρμα και Μαζουρία. Δόθηκαν στην Πολωνία.
-Περιοχή Σάαρ. Για 15 έτη πέρασε στην επικυριαρχία της Κοινωνίας των Εθνών. Μετά θα γινόταν δημοψήφισμα και η περιοχή θα πήγαινε ή στη Γαλλία ή στη Γερμανία.
-Λιμάνι Ντάντσιχ και το δέλτα του ποταμού Βιστούλα στη Βαλτική Θάλασσα. Δημιουργήθηκε η Ελεύθερη Πόλη του Ντάντσιχ υπό την προστασία της Κοινωνίας των Εθνών.

Οι γερμανικές αποικίες αποδόθηκαν υπό την επικυριαρχία της Κοινωνίας των Εθνών ως εξής: Γερμανική Ανατολική Αφρική στην Βρετανία, Γερμανική Νοτιοδυτική Αφρική στην Νότιο Αφρική, Καμερούν και Τόγκο στη Βρετανία και τη Γαλλία, Γερμανική Σαμόα στη Νέα Ζηλανδία, Γερμανική Νέα Γουινέα στην Αυστραλία, νησία Μάρσαλ και νησιά του Ειρηνικού βόρεια του Ισημερινού στην Ιαπωνία.
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 156, οι γερμανικές κτήσεις στο Σανντόνγκ της Κίνας μεταβιβάζονταν στην Ιαπωνία, ενώ αναμενόταν να επιστραφούν στην Κίνα. Οι Κινέζοι οργίστηκαν και προέβησαν σε διαδηλώσεις( κίνημα της 4ης Μαρτίου) με αποτέλεσμα η Κίνα να αρνηθεί να υπογράψει την συνθήκη. Αντ’ αυτής έκανε χωριστή συνθήκη με την Γερμανία το 1921.

Δηλαδή, συνολικά η Γερμανία έχασε το ένα όγδοο των εδαφών της και πάνω από πέντε εκατομμύρια Γερμανούς κατοίκους.
Ωστόσο, η συνθήκη όριζε επι πλέον:
-Να χάσουν οι Γερμανοί τα προνόμια των εμπορικών τους δικαιωμάτων στην Κίνα, Αίγυπτο και Μέση Ανατολή.
-Την αποστρατικοποίηση της Ρηνανίας και της νήσου Ελικολάνδης.
-Τον περιορισμό του γερμανικού στρατού στις 100.000 άνδρες, χωρίς την δυνατότητα υποβρύχιων και εναέριων δυνάμεων, όπως και την απαγόρευση χρήσης βαρέως πυροβολικού και θωρακισμένων αρμάτων, ναυπήγηση πολεμικών σκαφών άνω των 10.000 κόρων και, φυσικά, απαγόρευση χρήσης χημικών όπλων. Υποχρεώθηκε επίσης να ναυπηγεί για τα 5 επόμενα χρόνια και για λογαριασμό των Συμμάχων εμπορικά πλοία συνολικού εκτοπίσματος 200.000 τόνων ετησίως.
-Η Γερμανία υποχρεώθηκε να εφοδιάζει τη Γαλλία με 140 εκ. τόνους άνθρακα ετησίως, το Βέλγιο με 80 εκ, τόνους και την Ιταλία με 77 εκ. τόνους.
-Υπήρξε κατοχή των Συμμάχων στη δυτική όχθη του Ρήνου, στην Κολωνία, στο Κόμπλεντς και στο Μάϊντς από τον Ιανουάριο του 1920.

Η Γερμανία αποδέχτηκε το άρθρο της «πολεμικής ενοχής», την πληρωμή αποζημιώσεων και την υπευθυνότητα της έναρξης του Πολέμου.



Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019


Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΩΝ ΒΕΡΣΑΛΛΙΩΝ
Μέρος Α΄
Της Dimitra Papanastasopoulou






Ο λόγος για την συνθήκη ειρήνης που έβαλε επίσημα τέλος τον Μεγάλο Πόλεμο, δηλαδή τον Α΄Π.Π. ανάμεσα στην Entente (Αντάντ) και  την ηττημένη Γερμανική Αυτοκρατορία.
Μετά από έξι ολόκληρους μήνες διαπραγματεύσεων που έλαβαν χώρα στο Παρίσι, η συνθήκη υπεγράφη ως συνέχεια της ανακωχής της 11ης Νοεμβρίου 1918 στο δάσος της Κομπιέν. Μια σημαντική διάταξη της συνθήκης όριζε ότι η Γερμανία αποδεχόταν την πλήρη ευθύνη για την έναρξη του πολέμου και την πληρωμή πολεμικών αποζημιώσεων σε διάφορες χώρες( άρθρα 231-248).
Οι διαπραγματεύσεις άρχισαν στις 18 Ιανουαρίου 1919 στην φαντασμαγορική Αίθουσα των Κατόπτρων των ανακτόρων των Βερσαλλιών- εξ ού και η ονομασία της συνθήκης, παρουσία εβδομήντα αντιπροσώπων από είκοσι εξι χώρες. Τον σημαντικότερο ρόλο έπαιξαν αρχικά οι «Δέκα Μεγάλοι» που περιελάμβαναν τους επτά κύριους νικητές (ΗΠΑ, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ρωσία, Ιταλία, Βέλγιο και Σερβία). Αργότερα, η Ρωσία και άλλες πέντε χώρες εγκατέλειψαν τις διαβουλεύσεις και έμειναν οι «Τέσσερις Μεγάλοι», για να καταλήξουν, μετά την αποχώρηση της Ιταλίας στους «Τρεις Μεγάλους» (ΗΠΑ, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία) που καθόρισαν τους τελικούς όρους με τις ηγετικές μορφές των Woodrow Wilson, Georges Clemenceau και  Lloyd George αντίστοιχα.

Η γερμανική αντιπροσωπεία υπό την ηγεσία του Υπουργού Εξωτερικών  Ulrich Graf von Brockdorff- Rantzau έμαθε τους ταπεινωτικούς όρους της ειρήνης την 29η Απριλίου 1919. Περιελάμβαναν απώλειες εδαφών, την ολοκληρωτική απώλεια των αποικιών και τον περιορισμό των στρατιωτικών δυνάμεων της απομεινάσης Γερμανίας. Επειδή η γερμανική αντιπροσωπεία δεν επιτρεπόταν να είναι παρούσα στις διαπραγματεύσεις, η γερμανική κυβέρνηση δημοσίευσε έγγραφη διαμαρτυρία για τους άδικους-από την πλευρά της- όρους. Την 20η Ιουνίου 1919 δημιουργήθηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Καγκελάριο Gustav Bauer και τελικά η Γερμανία συμφώνησε με τους όρους της συνθήκης την 23η Ιουνίου 1919 (με 237 ψήφους υπέρ και 138 κατά).
Την 28η Ιουνίου 1919 ο Herman Muller,  ο νέος Υπουργός Εξωτερικών, και ο Johannes Bell, ο Υπουργός Μεταφορών, συμφώνησαν να υπογράψουν τη συνθήκη η οποία επικυρώθηκε από την Κοινωνία των Εθνών την 10η Ιανουαρίου 1920.
Η συνθήκη όριζε την ίδρυση της Κοινωνίας των Εθνών, ως διαιτητή των διεθνών διαφορών προς αποφυγήν μελλοντικών πολεμικών συρράξεων. Ήταν ένας όρος μεγάλης σημασίας για τον Αμερικανό Πρόεδρο, ο οποίος για να το πετύχει υποχρεώθηκε να συμβιβαστεί με τους άλλους δύο συνομιλητές του.
Η επικρατούσα άποψη είναι ότι ο Κλεμανσώ διεκδικούσε με περισσότερη εμπάθεια την εκδίκηση εναντίον της Γερμανίας, επειδή ένα τεράστιο μέρος του πολέμου διαδραματίστηκε στην βορειοανατολική Γαλλία με καταστροφικές συνέπειες.
Στην Γερμανία η συνθήκη προκάλεσε έντονα αισθήματα ταπείνωσης, με πλειάδα πολιτών να θεωρεί άδικο να επωμιστί μόνον η δική τους χώρα(και οι σύμμαχοί τους) την ευθύνη για την έναρξη του πολέμου.

Φίλες και φίλοι, τους όρους της συνθήκης θα τους δούμε την επόμενη εβδομάδα. Ως τότε, να είστε όλοι καλά!