The world I love:my novels, my favorite themes

Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2017

ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ (1854-1900)
Ένας διαφορετικός άνθρωπος
Της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου




Σαν σήμερα (30 Νοεμβρίου) ο Όσκαρ Φίνγκαλ Ο’ Φλάχερτι Ουίλς Ουάϊλντ, ξεχασμένος και ταπεινωμένος εισήλθε στις πύλες του θανάτου, ενώ η ανθρωπότητα έμπαινε αργά και με μεγαλοπρέπεια στον 20ό αιώνα, από την αρχή εκείνης της χρονιάς.
Μυθιστοριογράφος, ποιητής, δραματουργός, θεατρικός συγγραφέας- μια εκρηκτική προσωπικότητα, έγραψε μόνον ένα μυθιστόρημα: «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέϋ» κάνοντας τρομακτικό θόρυβο(1890).
Το ιρλανδικό αίμα έτρεχε στις φλέβες του ορμητικό και επαναστατικό, τον έκανε πρωτοπόρο: πολύ νω ρίς έγινε γνωστός για την ενασχόλησή του στο νέο ανερχόμενο ρεύμα του «Αισθητισμού», ακολουθώντας τους ιδρυτές και καθηγητές του Ουόλτερ Πέϊτερ και Τζων Ράσκιν, αλλά ταξιδεύοντας και ως την Αμερική και τον Καναδά δίνοντας διαλέξεις σχετικά με τον «Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη».
Η επιστροφή του στο Λονδίνο ως δημοσιογράφος με οξυδερκές πνεύμα και εξεζητημένη αμφίεση, χαιρετίστηκε με την είσοδό του στους ανώτερους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους και δεν άργησε να γίνει ένας από τους διασημότερους ανθρώπους της εποχής του. 
Στο απόγειο της φήμης του, με το αριστουργηματικό θεατρικό του έργο «Η σημασία να είναι κανείς σοβαρός» να παίζεται στο Λονδίνο, ο Όσκαρ μήνυσε τον Μαρκήσιο του Κουϊνσμπερι, Τζων Ντ’αγκλας, για συκοφαντία. Ήταν η αρχή ενός ταπεινωτικού κατήφορου που τον οδήγησε πρώτα στη σύλληψη, με την κατηγορία του σοδομισμού(ποινικό αδίκημα εκείνη την εποχή) και στην φυλακή αργότερα.
Εκεί, στο κελί της φυλακής του έγραψε την εκπληκτική, τεράστια επιστολή(80 περίπου πυκνογραμμένων σελίδων) με τίτλο ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ (DE PROFUNDIS). Σ’ αυτή την ιδιαίτερη επιστολή- εκδόθηκε το 1905- αναλύει την ψυχοσύνθεσή του στις δίκες, καταφέρνοντας να δημιουργήσει ένα σκοτεινό «αντίβαρο» στην έως τότε φιλοσοφία της απόλαυσης.
Παραθέτω εδώ ένα μικρό απόσπασμα, ακολουθώντας την ορθογραφία του βιβλίου (εκδόσεις Γκοβόστης, μετάφραση Άρης Αλεξάνδρου).

   Είμουν ένας άνθρωπος που βρισκόταν σε ιδανικές σχέσεις με την τέχνη και την κουλτούρα της εποχής του. Το κατάλαβα αυτό απ’ τα πρώτα χρόνια της ανδρικής μου ηλικίας και ανάγκασα την εποχή μου να το καταλάβει κι αυτή αργότερα. Λίγοι άνθρωποι κράτησαν μια τέτοια θέση στην εποχή τους και τόσο αναγνωρισμένη. Συνήθως αναγνωρίζεται, αν αναγνωρίζεται ποτέ, απ’ τους ιστορικούς ή τους κριτικούς, όταν πια ο άνθρωπος και η εποχή του έχουν από καιρό περάσει. Με μένα το πράγμα έγινε διαφορετικά. Τόνιωσα μόνος μου και έκανα και τους άλλους να το νιώσουν. Ο Μπάϊρον είαν μια συμβολική μορφή, οι σχέσεις του όμως αναφέρονταν στο πάθος της εποχής του και την κούρασή της απ’ το πάθος. Οι δικές μου αναφέρονταν σε κάτι πιό ευγενικό, πιό έντιμο, πιό ζωτικό, και πιό ευρύ.
   Οι Θεοί μού είχαν δώσει σχεδόν τα πάντα. Είχα ιδιοφυϊα, διακεκριμένο όνομα, υψηλή κοινωνική θέση, λαμπρότητα, πνευματική τόλμη. Έκανα την τέχνη φιλοσοφία και τη φιλοσοφία τέχνη. Άλλαξα τα μυαλά των ανθρώπων και τα χρώματα των πραγμάτων. Δεν υπήρξε τίποτα απ’ ό,τι είπα ή έκανα που να μην προκάλεσε τον θαυμασμό. Πήρα το δράμα, την πιό αντικειμενική μορφή της τέχνης και το έκανα έναν τρόπο έκφρασης τόσο προσωπικό όσο κ’ ένα λυρικό ποίημα ή σονέτο. Ταυτόχρονα, πλάτυνα τα όριά του και πλούτισα τα χαρακτηριστικά του. Δράμα, μυθιστόρημα, ποίημα σε πεζό, ποίημα σε στίχο, λεπταίσθητοι ή φανταστκοί διάλογοι- ό,τι κι αν έπιασα στα χέρια μου τόκανα όμορφο μ’ έναν καινούργιο τρόπο ομορφιάς. Έδωσα στην αλήθεια, δηλαδή, όλα όσα της ανήκουν το ψεύτικο όσο και το αληθινό, και έδειξα ότι το ψεύτικο και το αληθινό δεν είναι άλλο από μορφές διανοητικής ύπαρξης. Αντιμετώπισα την τέχνη σαν την υπέρτατη πραγματικότητα και τη ζωή σαν δημιούργημα της φαντασίας. Κέντρισα την φαντασία του αιώνα μου τόσο που δημιούργησε μύθους και θρύλους γύρω απ’ το άτομό μου. Συμπύκνωσα όλα τα συστήματα σε μια φράση και όλη την ύπαρξη σε ένα επίγραμμα. Μαζί, όμως, μ’ αυτά υπήρχαν και διαφορετικά πράγματα μέσα μου. Άφησα τον εαυτό μου να παρασυρθεί σε άσκοπες και αισθησιακές απολαύσεις. Δισκέδαζα με το να είμαι ένας flaneur, ένας δανδής, ένας άνθρωπος της μόδας.
....
Ο πόθος έγινε στο τέλος αρρώστεια ή τρέλλα ή και τα δύο μαζί. Έφτασα να αδιαφορώ για τη ζωή των άλλων. Έπαιρνα την απόλαυση όπου μού άρεσε και προσπερνούσα. Ξέχασα πως κάθε μικρή πράξη της κάθε μιας μέρας φτιάχνει ή χαλάει τον χαρακτήρα και πως γι’ αυτόν τον λόγο ό,τι έκανες κρυφά στο δωμάτιό σου , έρχεται κάποτε μια μέρα που θ’ αναγκαστείς να το φωνάξεις στα κεραμίδια.
...
Πέρασα από κάθε δυνατό τρόπο μαρτυρίου. Καλύτερα κι απ΄τον ίδιο τον Γουώρτσγουορθ ξέρω τι ήθελε να πει, όταν έλεγε:
   Το μαρτύριο είναι διαρκές, σκοτεινό και μαύρο, κ’ έχει τη φύση της αιωνιότητας.


Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Υλικά και Τεχνολογία
Μεταλλουργία- Χρυσός
Της Dimitra Papanastasopoulou




Κατά την Μυκηναϊκή εποχή τα μόνα αποθέματα μετάλλου που υπήρχε τρόπος να δουλευτούν στην νότια Ελλάδα ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, εκείνα της ανατολικής Αττικής στο Λαύριο, όπου παράγονταν χαλκός και μόλυβδος∙ ο μόλυβδος περιείχε ασήμι.
Στην Μακεδονία υπήρχαν πλούσιες πηγές χαλκού και χρυσού. Παρά την έλλειψη πηγών ορυκτών μετάλλων, λοιπόν, στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας, η μυκηναϊκή κοινωνία χρησιμοποιούσε μέταλλα σε τεράστιες ποσσότητες και η έρευνα για αυτά αποτελούσε έναν από τους παράγοντες του εκτεταμένου εμπορικού τους.

Ο χρυσός ήταν αφειδώς διαθέσιμος και χρησιμοποιούνταν συχνά σε αγγεία, κοσμήματα και δαχτυλίδια, καθώς επίσης και στα πιο εξωτικά αντικείμενα των λακκοειδών τάφων. Τα χρυσά δαχτυλίδια-σφραγίδες είναι χαραγμένα με περίτεχνες σκηνές που συχνά φαίνεται να έχουν έναν λατρευτικό συμβολισμό: ένα από τα πλέον αντιπροσωπευτικά παραδείγματα είναι το δαχτυλίδι της Μεγάλης Θεάς, μέρος ένός θησαυρού με πολύτιμα αντικείμενα που βρέθηκε στον Περίβολο Α των βασιλικών τάφων. Απεικονίζει μια καθισμένη γυναίκα, ίσως μια θεά ή μια ιέρεια που κρατά άνθη παπαρούνας στα χέρια της και την πλαισιώνει μια γυναίκα, η οποία κρατά λουλούδια. Η ίδια δεξιοτεχνία και λεπτότητα σε μικρή κλίμακα συναντάται στο δαχτυλίδι Δαίμονες από τον θησαυρό της Τίρυνθας, το οποίο απεικονίζει όρθια πλάσματα με φολιδωτή ράχη που κρατούν ρυτά για να κάνουν προσφορές σε μια καθιστή ανθρώπινη φιγούρα.
Άλλα δαχτυλίδια, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων με σκηνές από κυνήγι, έχουν βρεθεί σε προγενέστερες ταφές σε θαλαμωτούς τάφους σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους. Το γεγονός ότι αυτά τα ανατικείμενα ήταν πολύτιμα, καταδεικνύεται από την ανακάλυψη δειγμάτων πολυφορεμένων, η διακόσμηση των οποίων μόλις που διατηρείται, σε μεταγενέστερα πλαίσια, όπως στους τάφους του 12ου αιών στην Περατή της ανατολικής Αττικής. Αυτό το αντικείμενο και η τεχνική εγχάραξης έχει πολλά κοινά με τις πέτρινες σφραγίδες.
Οι τεχνικές του κοκκώδους επιχρίσματος και του κλουαζονέ χρησιμοποιούνταν από χρυσοχόους για να δημιουργήσουν αντικείμενα εκπληκτικής λεπτότητας.
Η τεχνική κλουαζονέ ενείχε τη συγκόληση ενός λεπτού σύρματος πάνω σε μια βάση, όπως αυτή ενός δαχτυλιδιού ή λαβή ενός σπαθιού, όπου δένονταν ψηφίδες γυαλιού ή πέτρας. Οι λαβές των σπαθιών ή των εγχειριδίων μπορούσαν να είναι περίτεχνα διακοσμημένες με ένθετες ψηφίδες από λάπις λάζουλι ή κρύσταλλο.
Το κοκκώδες επίχρισμα χρησιμοποιούσε σταγόνες χρυσού, τοποθετημένες με ακρίβεια για να διακοσμούν χάντρες, δαχτυλίδια και άλλα αντικείμενα, όπως έναν βάτραχο από την Πύλο ή μια άγρια αίγα από την Θήβα.
Και οι δύο τεχνικές απαιτούν μεγάλη δεξιοτεχνία και ιδιαίτερα ακριβή έλεγχο της θερμοκρασίας.
Η τεχνική της διακόσμησης με ένθετα στοιχεία (μαρκετερί) χρησιμοποιούνταν επίσης συχνά. Ο χρυσός τοποθετούνταν ψηφιδωτά στις λεπίδες των χάλκινων σπαθιών. Ο χρυσός, το ασήμι και το μαύρο σμάλτο (ενώσεις χαλκού και ενώσεις χαλκού με διακοσμητική επικάλυψη κράματος αργύρου), έμπαιναν ένθετα σε λεπίδες εγχειριδίων για να απεικονίσουν ένα κυνήγι λιονταριού, γεωμετρικά  ελικοειδή διακοσμητικά ή λεοπαρδάλεις και στοιχεία από τη θαλάσσια ζωή.
Τα κοιλώματα των απλών ή των κολονάτων κυπέλλων διακοσμούνταν με φυλλώματα φυτών, ή ακόμη και κεφαλές ανθρώπων σε προφίλ. Αυτή η τεχνική χρησιμοποιούνταν και στην Εγγύς Ανατολή- χαρακτηριστικό ένα ασημένιο κύπελλο με κεφάλια ταύρων από την Έγκωμη της Κύπρου- και στην Κρήτη, όπως επίσης στην ελληνική ενδοχώρα.
Πινακίδες που βρέθηκαν στην Πύλο σε Γραμμική Β γραφή, περιγράφουν χρυσά αγγεία ή χρυσαφένια έπιπλα(μάλλον καλυμμένα με φύλλα χρυσού ή διακοσμημένα με ένθετες χρυσές ψηφίδες).
 



Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Εγχάραξη
Της Dimitra Papanastasopoulou




Συνεχίζουμε το ταξίδι μας στον υπέροχο Μυκηναϊκό Πολιτισμό, εξετάζοντας  μια άλλη του πτυχή, αυτή της εγχάραξης.
Τα παραδείγματα εγχάραξης ελεφαντόδοντου απεικονίζουν το σημαντικό επίπεδο δεξιοτεχνίας που κατορθωνόταν με την επεξεργασία μιας ευρείας γκάμας υλικών. Ελάχιστα δείγματα από ξύλο σώζονται: μια σημαντική εξαίρεση αποτελεί ένα ξύλινο κουτί από τον Περίβολο Α των βασιλικών τάφων  με διακοσμητικά φύλλα χρυσού τοποθετημένα γύρω του.
Τα εισαγόμενα δόντια από ελέφαντα και ιπποπόταμο ήταν ακόμη πιο πολύτιμα, πιο ανθεκτικά στο χρόνο και χρησιμοποιούνταν για πολλούς και διάφορους σκοπούς: σαν μέρη επίπλων, όπως ένα ζευγάρι πόδια που βρέθηκαν στη Θήβα, ολόκληρες καρέκλες όπως εκείνη που βρέθηκε σε έναν τάφο του 8ου π.Χ. αιώνα στην Σαλαμίνα της Κύπρου, πάνω σε λαβές όπλων, σαν πολύπλοκα σκαλισμένα χερούλια για μπρούτζινους καθρέφτες ή χτένες, σε πυξίδες και αλλού.
Ένα ωραίο παράδειγμα από τη Θήβα έχει τοποθετημένες αντικρυστά δυο σφίγγες. Διακοσμητικά με ένθετες ψηφίδες ελεφαντόδοντου που απεικονίζουν μια μεγάλη θεματική γκάμα-σφίγγες, δελφίνια, θυρεούς, κοχύλια ή κίονες- κοσμούσαν έπιπλα και κασέλες. Κομμάτια ελεφαντόδοντου, σμιλεμένα στρογγυλά, όπως το καθισμένο λιοντάρι και η κεφαλή νέου από την Αίθουσα με την τοιχογραφία στις Μυκήνες, είναι πολύ πιο σπάνια και δημιουργημένα με εξαιρετική δεξιοτεχνία. Ως ιδανικό δείγμα θεωρείται η Ελεφάντινη Τριάδα  από την Ακρόπολη των Μυκηνών που απεικονίζει ένα ζευγάρι γυναικών και ένα μικρό παιδί.
Οι πινακίδες καταγράφουν έπιπλα, συμπεριλαμβανομένων τραπεζιών, καθισμάτων και υποποδίων. Ορισμένα από αυτά ήταν διακοσμημένα με ένθετες ψηφίδες χρυσού και ελεφαντόδοντου, ξύλου και κύανου ( ενός πολύτιμου λίθου, κύριου συστατικού του γνωστού μας λάπις λάζουλι), με σκηνές που περιελάμβαναν άνδρες, άλογα, χταπόδια και πουλιά.

Η εγχάραξη πέτρας μικρών αντικειμένων δεν ήταν και τόσο συνηθισμένη στην ηπειρωτική Ελλάδα, όσο στην Κρήτη- ίσως επειδή δεν υπήρχαν τόσο πολλές μαλακές πέτρες. Τα πιο πολλά από τα πρώιμα παραδείγματα πέτρινων αγγείων, όπως εκείνα των λακκοειδών τάφων, θεωρούνται ότι προέρχονται από την Κρήτη.
Κατά την Μυκηναϊκή Ανακτορική Περίοδο είναι βέβαιο ότι υπήρχαν εργαστήρια  στην ηπειρωτική χώρα που παρήγαγαν τα λεπτοφυή αγγεία, τα οποία βρέθηκαν στην Οικία των Ασπίδων στις Μυκήνες. Γουδιά από σκληρό βασάλτη στο σχήμα ρηχού μπώλ με τρία κοντόχοντρα πόδια που χρησιμοποιούνταν για το άλεσμα δημητριακών, βρέθηκαν σε πολλά μέρη. Οι μεγάλες στήλες που σημάδευαν τη θέση των τάφων στους Περιβόλους Α και Β των βασιλικών τάφων στις Μυκήνες,σμιλεύτηκαν με ξεχωριστή δεξιοτεχνία, με ελικοειδή σχέδια ή κυνηγετικές σκηνές.
Η εξαίσια διακόσμηση της Πύλης των Λεόντων και της πρόσοψης του Θησαυρού του Ατρέα στις Μυκήνες, καθώς και στο ταβάνι της παλϊνής αίθουσας στον θόλο του Ορχομενού, όπως και η β΄ση του θρόνου στην Τίρυνθα, απεικονίζουν τον χρόνο και την εργασία που απαιτούνταν για την δημιουργία μημιακών κτισμάτων.
Οι χάντρες από πέτρες της περιοχής περιλαμβάνουν κρυστάλλους,καρνεόλιο, αχάτη, σαρδόνυχα, στεατίτη και αμέθυστο, ενώ εισάγονταν κεχριμπάρι και λάπις λάζουλι. Μπρούτζινες καρφίτσες που βρέθηκαν στους βασιλικούς τάφους έχουν σμιλευμένα κρυστάλλινα κεφάλια.

Οι σφραγιδόλιθοι ήταν συνήθως στρογγυλές χάντρες σε σχήμα φακής με λεπτεπίλεπτα χαραγμένες σκηνές και έχουν βρεθεί επίσης σε πολλά σημεία. Οι σκηνές αυτές- αριστουργήματα μικροτεχνικής- απεικονίζουν ελάφια, ταύρους, λιοντάρια σε μάχη ή θεϊκές και ανθρώπινες μορφές. Κι αυτά ήταν περισσότερο συνηθσιμένα στην Κρήτη, θεωρούμενη ως κέντρο κατασκευής τους. Οι σφραγιδόλιθοι χρησιμοποιούνταν για την αναγνώριση περιουσιών ή για εγγύηση του περιεχομένου ενός αγγείου.  Τέτοιου είδους σφραγίδες βρέθηκαν πάνω σε πήλινα δοχεία στην Οικία του Λαδεμπόρου στις Μυκήνες.      

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Της Dimitra Papanastasopoulou




Τα περιεχόμενα των τάφων μας παρέχουν πληθώρα πληροφοριών σχετικά με τα υλικά που ήταν διαθέσιμα στον μυκηναϊκό κόσμο, μας δείχνουν την δεξιοτεχνία και την γνωστή τεχνολογία που χρησιμοποιούσαν για την επεξεργασία των υλικών, καθώς και την ποικιλία των παραγόμενων προϊόντων.
Η αγγειοπλαστική, η μεταλλουργία, το λέξευμα της πέτρας και του ελεφαντόδοντου, η χρήση του γυαλιού, μαρτυρούν την εξιδείκευση και την  καλλιτχνική τους αξία.
Όσο για την παραγωγή υφασμάτων, λάξευμα ξύλου, δημιουργία αρωμάτων κ.α. οι πληροφορίες είναι έμμεσες και πολλά συμπεραίνονται από τις τοιχογραφίες και τις πολύτιμες πινακίδες (σε γραφή Γραμμική Β).

Θα ξεκινήσουμε, εξετάζοντας την κεραμική.

Ο πηλός που επέλεγαν ήταν καλής ποιότητας και ταίριαζε στη χρήση για την οποία προοριζόταν το αγγείο, παίρνοντας το σχήμα του από τον τροχό του κεραμοποιού και ψημένος μετά σε υψηλή θερμοκρασία για να διασφαλιστεί η ανθεκτικότητά του.
Τα σχήματα ήταν τυποποιημένα και συμπεριελάμβαναν κύπελα με πόδι, κύπελα με μια λαβή, κύλικες χαμηλούς και κύλικες κολονάτους, αγγεία για επιτραπέζια χρήση βαθιά ή ρηχά. Ωστόσο, τα επίπεδα πιάτα ήταν άγνωστα.
Τα δοχεία αποθήκευσης κυμαίνονταν από μεγάλα πιθάρια ύψους ενάμιση μέτρου (ή και περισσότερο), από αμφορείς με στενό λαιμό και διαφορετικά μεγέθη και, βέβαια, στο χαρακτηριστικό μυκηναϊκό πιθάρι με το λοξό στόμιο- κάτι που διευκόλυνε τον έλγχο της ροής του περιεχομένου του.
Τα μεγάλα πιθάρια χρησίμευαν για την μεταφορά λαδιού, ενώ τα μικρότερα, συχνότατα περίτεχνα διακοσμημένα, περιείχαν αρωματικά λάδια ( για προσφορές σε τάφους). Άλλα πιθάρια με τρεις λαβές για την ασφάλιση του πώματος, περιείχαν αλοιφές ή πολτούς. Επίσης, υπήρχαν δοχεία για τις παιδικές τροφές.
Τα κεραμικά ρυτά- η ονομασία που δόθηκε στα αγγεία με σχήμα χωνιού για μετρημένη εκροή ή για τις ιεροτελεστίες- φτιάχνονταν και σε περίτεχνα σχήματα,όπως κεφαλών ζώων(σε μίμηση παραδειγμάτων πολύτιμων μετάλλων).
Τρίποδα αγγεία μαγειρικής και ορθογώνιες σχάρες ψησίματος κατασκευάζονταν από έναν χονδρό, ειδικά επεξεργασμένο πηλό που άντεχε περισσότερο τη θερμοκρασία της πυροστιάς.
Ο πηλός χρησιμοποιούνταν και για μεγάλες λεκάνες, λάρνακες(κιβώτια ταφής) και για μεγάλες μπανιέρες. 

Οι ταχείες αλλαγές στον τρόπο κατασκευής διαθόθηκαν γρήγορα στον μυκηναϊκό κόσμο. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Σουηδός ειδικός Άρν Φούρμαρκ κατάφερε να συντάξει ένα βιβλίο όπου έδειχνε πώς τα πρότυπα κατασκευής και τα διακοσμητικά σχέδια άλλαζαν με την πάροδο του χρόνου, σε μια αλληλουχία κοντινής χρονολόγησης. Έτσι, ξεχωριστά τα αγγεία μπορούν να χρονολογηθούν με ακρίβεια σ’αυτήν την αλληλουχία εξέλιξης.
Τα πρότυπα εφαρμόστηκαν πριν το φούρνισμα με ένα περίβλημα πλούσιο σε σίδηρο που πυρακτωνόταν παίρνοντας ένα γυαλιστερό κόκκινο ή μαύρο χρώμα, ανάλογα με την ατμόσφαιρα του φούρνου. Στο σύνολό της, η μυκηναϊκή διακόσμηση δημιουργείται σε παράλληλες ζώνες με το χαμηλότερο μέρος των περισσότερων αγγείων, που είναι χρωματισμένα με μια ράβδωση ή, στις μεταγενέστερες περιόδους με συμπαγές χρώμα. Τα χρησιμοποιούμενα πρότυπα είναι συχνά τόσο στυλιζαρισμένα ώστε το αρχικό σχέδιο εντοπίζεται με μεγάλη δυσκολία.
Τα πρώιμα πρότυπα περιλαμβάνουν διπλούς πελέκεις, φύλλα, έντονους μαιάνδρους, ακόμη και ένα είδος διάστιξης ή σφουγγαρίσματος που μιμείται το τσόφλι του αυγού. Οι μαίανδροι εξακολουθούν να προτιμούνται, ενώ τα καλαίσθητα λουλούδια και οι ελικοειδείς αυλακώσεις είναι κοινές στην Ανακτορική Περίοδο, μαζί με τα φατνώματα σε ορθές γωνίες και τεθλασμένε γραμμές.
Τα μεταγενέστερα σχέδια είναι συχνά χρωματισμένα με λεπτότερο πινέλο και μπορούν να είναι εξαιρετικά λεπτομερή. Η διακόσμηση με φιγούρες ανθρώπων άνθισε επίσης κατά τη διάρκεια της Ανακτορικής Περιόδου,όταν τα αγαπημένα θέματα σε μεγάλους κρατήρες είναι σκηνές μς άρματα ή ταύρους. Αυτά τα σχέδια είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στην Κύπρο και μέρος της παραγωγής των κέντρων της Αργολίδας ίσως προοριζόταν για εξαγωγή στο νησί.
Σκηνές με φιγούρες επανεμφανίστηκαν μετά τις καταστροφές του 1.200 π.Χ., αλλά είναι σχετικά σπάνιες. Περιλαμβάνουν το φημισμένο Αγγείο του Πολεμιστή που βρέθηκε από τον Σλήμαν, έναν ιδιαίτερα μεγάλο κρατήρα, διακοσμημένον σε κάθε πλευρά με μια φάλαγγα στρατιωτών που προελαύνουν για τη μάχη.
Αξιοσημείωτα, αλλά ασυνήθιστα παραδείγματα συνδυασμού τεχνικής του τροχού και χειροποίητης τεχνικής  αποτελούν οι «άσχημες» φιγούρες και τα συσπειρωμένα φίδια από τον Ναό των Μυκηνών, η Γυναίκα της Φυλακωπής και οι φιγούρες αγελάδων, από ένα ιερό του 12ου π.Χ. αιώνα στο νησί της Μήλου.






Σάββατο 4 Νοεμβρίου 2017

ΕΝΑ ΦΩΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ
Της Dimitra Papanastasopoulou



Σαν σήμερα γεννήθηκε η Ελένη Παπαδάκη, το φωτεινό πλάσμα που έμελε να φύγει με φρικτό τρόπο, πληρώνοντας το μίσος που κουβαλούσε ο εμφύλιος, στερώντας τον κόσμο από θεϊκές παραστάσεις που θα γίνονταν κοινωνοί όσοι περίμεναν να την ξαναδούν να ερμηνεύει με τον δικό της, εκπληκτικό τρόπο.

Δίνω τον λόγο στον Πολύβιο Μαρσάν για να μας μεταφέρει νοερά στην τελευταία της θεατρική παράσταση «Εκάβη».

Η πανηγυρική έναρξη των παραστάσεων της ΙΓ΄χειμερινής περιόδου 1943-1944 άρχισε στις 13 Δεκεμβρίου 1943 με την Εκάβη. Οι παραστάσεις δόθηκαν στην κεντρική σκηνή και όχι στο Ηρώδειο, όπως εσφαλμένα αναφέρεται σε πολλά συγγράμματα. Παραβρέθηκαν οι Αρχές Κατοχής, ανώτεροι Γερμανοί στρατιωτικοί, μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου με επι κεφαλής τον Ιωάννη Ρ’αλλη και πλήθος ανθρώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών.
   Η Νέλλη Μαρσέλλου προ ετών μού είχε διηγηθεί ότι την ημέρα της πρώτης πίσω από την αυλαία επικρατούσε εκνευρισμός και αγωνία, και η Ελένη με δυνατό χτυποκάρδι περίμενε τα τελευταία λόγια που έλεγε στο μακρύ πρόλογο το φάντασμα του Πολύδωρου, για να κάμει την εμφάνισή της. Δεν ήταν μόνον ο φόβος και το τρακ της πρεμιέρας που δημιούργησαν την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα στα παρασκήνια. Ήταν πολλά μυθεύματα, συκοφαντίες και προπάντων εχθρότητες που περιτριγύριζαν τότε την Παπαδάκη, διαδόσεις ότι θα γίνονταν ταραχές στην αίθουσα και ότι η παράσταση θα κατέληγε σ’ ένα μεγάλο φιάσκο.
   Από τις πρώτες σκηνές το παίξιμό της και η απόδοση του κειμένου είχαν μια απίθανη ένταση, ένα συνεχές ανέβασμα, τόσο δυνατό, ώστε ο Σικελιανός που παρακολουθούσε την παράσταση διερωτάτο:
   «Μα, πώς αρχίζει έτσι η Παπαδάκη, πού θα φθάσει;;»
   Γιατί η Ελένη άρχισε την απαγγελία της σε τόνο ψηλό, με φωνή δυνατή και έπρεπε στη συνέχεια του κειμένου όλο και να ανεβαίνει φωνητικά και υποκριτικά. Γοήτεψε το ακροατήριο, όπως και τον Άγγελο Σικελιανό, από την πρώτη στιγμή. «Στην μουσικότητά της οφείλεται ο άθλος που πέτυχε στην Εκάβη», έγραψε ο Στρατής Μυριβήλης. «Ήταν ολόκληρη η ερμηνεία της ένα τραγούδι, μια μουσική ερμηνεία,που σπάνια τις χάρηκε το ελληνικό θέατρο, η δημιουργία της ήταν μια εξαίσια ολοκλήρωση από ηθοποιία, μουσική και όρχηση. Το ζευγάρωμα των τριών τεχνών που ζητούσαν οι αρχαίοι Έλληνες».

Με τα φωνητικά χαρίσματα της Παπαδάκη ασχολήθηκαν στις κριτικές τους και οι δύο κορυφαίες μουσικοκριτικοί του τότε αθηναϊκού τύπου, η Σπανούδη και η Λαλαούνη: «Τον υπέροχο θρήνο της αρχαίας τραγικής ηρωίδας δόξασε η Ελένη Παπαδάκη με όλο το μεγαλείο και την πληρότητα μιας συνειδητοποιημένης, όσο και αυθόρμητης δημιουργίας. Οι μακρόσυρτες τραγικές κραυγές  της στάθηκαν μια αποκάλυψη.Συγκλόνισαν με τις δραματικότατες μεταπτώσεις τους όλους χωρίς εξαίρεση. Η Ελένη Παπαδάκη θάμβωσε τον κόσμο σαν ένας συγκεντρωτικός φακός. Ο λόγος της, λαξευμένος υπέροχα, χρωματισμένος, αντηχούσε σαν φλογερός ορείχαλκος, ένας λόγος πολύρρυθμος, διονυσιακός...»
  
Μια μεγάλη «μικρή στιγμή» από την ερμηνεία της περιγράφει παραστατικότατα η Μαρία Αμαριώτου, δείχνοντας την επεξεργασία ως την πιο παραμικρή λεπτομέρεια της Ελένης Παπαδάκη στο στήσιμο του ρόλου:
   «... Μια νοερή ζυγαριά λες και κρατεί μπροστά της και τη γεμίζει από τη μια μεριά με τις χαμένες ευτυχίες..., τι θα βάλει στην άλλη μεριά ή πραγματικότητα; Σ’ αυτήν η Ελένη αφήνει να πέσει του Ευριπίδη η απάντηση, βαριά σαν μολύβι,φορτωμένη την απογοήτευση και την πίκρα όλων των γελασμένων ανθρώπων... Κανένας ρητορισμός και καμιά έμφαση... Μια λέξη, έτσι που την είπε η Ελένη Παπαδάκη, είναι το φοβερό κενό, το απέραντο και απόλυτο μηδέν, το απαρηγόρητο εκείνο «τίποτα», το «μηδέν» του αρχαίου κειμένου. Η κάθε κίνηση των χειλιών, όλη η μιμική του προσώπου, το βλέμμα, της φωνής το άδειο χρώμα,όλα στάζουν την πίκρα τόσο έντονα... Καθώς άκουγες εκείνο το «τίποτα» λεςκαι άδειαζε ο κόσμος του αδύνατου ανθρώπου και βούλιαζε μέσα του συνόνειρος και συνέλπιδος».

Οι διθυρμβικές κριτικές δεν έχουν τελειωμό... ο θρίαμβος υπήρξε μοναδικός, ηχηρός. Τόσος που ξύπνησε όλους τους δαίμονες της ζήλειας, της μικρότητας, του φθόνου και της εκδίκησης. Μιας σκοτεινιάς που μας στέρησε πρώιμα το φως της.  

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2017

ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Μέρος Δ΄
Της Dimitra Papanastasopoulou



Ο κύκλος των πόλεων κλείνει σήμερα με την αναφορά στην Θήβα και την Τίρυνθα.

Θήβα

Καμία άλλη αρχαία πόλη της Ηρωικής Εποχής δεν είχε τόσους μύθους, όπως συνέβη με τη Θήβα την επτάπυλη, τον θρόνο του Κάδμου και ον τραγικό Οιδίποδα. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στην κορυφή ενός λόφου στον βοιωτικό κάμπο, πάνω στον οποίο εντοπίζεται μια ακρόπολη, βρέθηκαν κυκλώπεια τείχη και μεγάλα ανακτορικά κτίσματα, με τμήματα αξιόλογων τοιχογραφιών που ανάγονται στον 14ο και 13ο π.Χ.αιώνες. Οι «επτά πύλες» δεν βρέθηκαν, αλλά η πόλη της Θήβας έχει επτά φυσικές εισόδους στο σημείο όπου βρίσκονταν οι πύλες της Κλασικής Θήβας.
Διάφορες αίθουσες κοντά στην αποκαλούμενη Οικία του Κάδμου περιείχαν πολλά διακοσμητικά αντικείμενα από χρυσό, λάπις λάζουλι και ελεφαντόδοντο, όπως επίσης χάλκινα όπλα, πανοπλίες και στομίδες αλόγων. Πιο εντυπωσιακή  είναι μια «αρχαιολογική» συλλογή με σαράντα δύο κυλινδρικές σφραγίδες από την Εγγύς Ανατολή, τριάντα εννέα από λάπις λάζουλι και τρεις από φαγεντιανή.  Μερικές ήταν ήδη χιλίων ετών όταν το κτίσμα καταστράφηκε από φωτιά.
Πινακίδες Γραμμικής Β γραφής έχουν ανακαλυφθεί στην περιοχή. Πολλοί τάφοι/τύμβοι έχουν σμιλευτεί μέσα στους λόφους. Μεταξύ τους κι ένας μεγάλος θάλαμος, κατασκευασμένος μέσα στον βράχο και διακοσμημένος με προσωπογραφίες γυναικών πάνω στις κολώνες της πόρτας. Διέθετε δύο εισόδους, οδηγώντας τον αρχαιολόγο να εντάξει τον συγκεκριμένο τάφο στους τύμβους των γιών του Οιδίποδα- Ετεοκλή και Πολυνείκη. Έχει ενδιαφέρον και η άποψη ότι από την αρχαιότητα πίστευαν ότι ακριβώς αυτός ο λόφος κάλυπτε τους τύμβους των δύο τραγικών αδελφών.
Τα ανακτορικά κτίρια καταστράφηκαν προς το τέλος του 13ου π.Χ. αιώνα.

Τίρυνθα

Όπως συνέβη και με τις Μυκήνες, έτσι ακριβώς και η κραταιά ετούτη ακρόπολη, έδρα του βασιλιά τον Διομήδη, επέζησαν τα τείχη της για να καταπλήξουν με το ύψος και το πάχος τους.
Αρχικά η Τίρυνθα ήταν μια παράκτια πόλη στην άκρη του αργολικού κάμπου, που, ίσως, διέθετε λιμάνι. Η τοποθεσία ήταν ήδη σημαντική στις αρχές της Εποχής του Χαλκού (2.500 π.Χ.) και η μυκηναϊκή ακρόπολη, χωρισμένη σε τρία τμήματα, χτίστηκε πάνω σε στρώμα ασβεστόλιθου.
Στο ανώτατο τμήμα της ακρόπολης εκτεινόταν το ανάκτορο, ενώ σρο χαμηλότερο βρίσκονταν κτίρια που εξυπηρετούσαν τους αξιωματούχους του παλατιού. Η κύρια είσοδος βρισκόταν σε μια επικλινή ανατολική ράμπα, μέσα σ΄ένα στενό πέρασμα, περιβαλλόμενο από υψηλά τείχη και έκλεινε με μια ξύλινη θύρα.
Στενές σκάλες οδηγούσαν σε μια έξοδο στην δυτική πλευρά. Δύο περάσματα κάτω από τείχη του χαμηλότερου τμήματος φτιάχτηκαν το 1.200π.Χ. για να υπάρξει πρόσβαση στο νερό.  Το πάχος των τειχών χρησίμευε στην εξασφάλιση περισσότερου χώρου, μάλλον αποθηκευτικού.
Το ανάκτορο είναι εντυπωσιακό με τις σειρές των αυλών του, μέσω των οποίων εισέρχονταν σ’ αυτό, όπως και με την πέτρινη σμιλευμένη βάση του θρόνου που βρέθηκε στην κύρια αίθουσα του ανακτόρου, της αίθουσας του βασιλιά. Κομμάτια τοιχογραφιών βρέθηκαν κάτω από το δάπεδο, όπως μια σκηνή που απεικονίζει άλματα πάνω από ταύρους.
Έξω από τα τείχη υπήρχε ένας μεγάλος οικισμός, αλλά έχει ερευνηθεί ελάχιστα. Δύο θολωτοί τάφοι και μια σειρά θαλαμωτών ανακαλύφθηκαν στους ανατολικούς λόφους της πόλης.
Μερικά χιλιόμετρα ακόμη ανατολικότερα υπάρχει ένα τεράστιο φράγμα  που κατασκευάστηκε για να εμποδίζει έναν χείμαρρο και για να στρέφει το ποτάμι μακριά από την ακρόπολη- ένα επιπλέον δείγμα των ικανοτήτων των Μυκηναίων μηχανικών.


Μετά τις καταστροφές του 1.200π.Χ., η Τίρυνθα ήταν μάλλον η μοναδική μυκηναϊκή πόλη που διατήρησε τον ανακτορικό της χαρακτήρα. Το ίδιο το κτίριο χτίστηκε ξανά σε μικρότερη κλίμακα και η πόλη ίσως έγινε ακόμη μεγαλύτερη.