The world I love:my novels, my favorite themes

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ
Ο γιός
Της Dimitra Papanastasopoulou


                                      (Ο Ν.Κ. φοιτητής της Νομικής)



Το ταξίδι μας στην αναφορά συνεχίζεται με ένα κείμενο που ο συγγραφέας επιγράφει «ο γιός», εννοώντας τον εαυτό του. Αναφέροντας περιστατικά της παιδικής του ηλικίας, μας ανοίγει τα μάτια στον υπέροχο κόσμο της γνώσης και των μυστικών της δημιουργίας.


Βαθιά επηρέασε την ψυχή μου κι ένα τυχαίο περιστατικό∙ τυχαίο; Ο φοβιτσιάρης νους που τρέμει μην ξεστομίσει καμμιάν ανοησία και πληγωθεί η αξιοπρέπειά του, με τέτοια άναντρη, φρόνιμη αοριστολογία ονοματίζει ό,τι είναι ανίκανος να ξεδιαλύνει. Θά’μουν τεσσάρων χρόνων κι ο πατέρας μου την αρχιχρονιά εκείνη μού’κανε μπουναμά, «καλή χέρα» όπως λέμε στην Κρήτη, μιαν περιστρεφόμενη υδρόγεια σφαίρα κι ένα καναρίνι. Σφαλνούσα τα πορτοπαράθυρα της κάμαράς μου, άνοιγα το κλουβί κι άφηνα το καναρίνι λεύτερο∙ κι αυτό είχε πάρει τη συνήθεια να κάθεται κατακορφής στην υδρόγεια σφαίρα και κελαηδούσε. Ώρες κι ώρες∙ κι εγώ κρατούσα την αναπνοή μου κι άκουγα.
   Μού φαίνεται, το πολύ απλό αυτό περιστατικό, περισσότερο απ’ όλα τα βιβλία κι απ’ όλους τους ανθρώπους που γνώρισα αργότερα, επηρέασε τη ζωή μου. Χρόνια, γυρίζοντας τη γης αχόρταγα, καλωσορίζοντας κι αποχαιρετώντας τα πάντα, ένιωθα να’ναι το κεφάλι μου η υδρόγεια σφαίρα, και κάθουνταν στην κορφή του μυαλού μου ένα καναρίνι και κελαηδούσε.
   Στορώ με λεπτομέρειες την παιδική μου ηλικία, όχι γιατί είναι μεγάλη η γοητεία από τις πρώτες θύμησες, παρά γιατί στην ηλικία αυτή, όπως και στα ονείρατα, ένα ασήμαντο φαινομενικά περιστατικό ξεσκεπάζει,όσο καμιά αργότερα ψυχολογική ανάλυση, χωρίς φτιασίδια, το αληθινό πρόσωπο της ψυχής. Κι επειδή τα εκφραστικά μέσα στην παιδική ηλικία ή στ’ όνειρο είναι πολύ απλά, γι’ αυτό και το πιο πολύπλοκο εσωτερικό πλούτος απαλλάσσεται απ’ όλα τα περιττά κι απομένει μονάχα η ουσία.
   Μαλακό το μυαλό του παιδιού, τρυφερή η σάρκα του,ο ήλιος, το φεγγάρι, η βροχή, ο αγέρας, η σιωπή, όλα πέφτουν απάνω του, ζύμη αφράτη είναι και το ζυμώνουν. Το παιδί ρουφάει τον κόσμο με απληστία, τον δέχεται στο σπλάχνο του, τον αφομοιώνει και τον κάνει παιδί.
   Θυμούμαι, κάθομουν συχνά στο κατώφλι του σπιτιού μας, έλαμπε ο ήλιος, καίγουνταν ο αγέρας, σ’ ένα μεγάλο σπίτι στη γειτονιά πατούσαν σταφύλια, μύριζε ο κόσμος μούστο,κι εγώ σφαλνούσα τα μάτια ευτυχισμένος, άπλωνα τις φούχτες και περίμενα∙κι έρχουνταν ο Θεός, όσο ήμουν παιδί ποτέ δεν με γέλασε,έρχουνταν, παιδί κι αυτός σαν και μένα, και μού’βαζε στα χέρια τα παιγνιδάκια του- τον ήλιο, το φεγγάρι,τον άνεμο. «Χάρισμά σου» μού’λεγε «χάρισμά σου, παίξε μαζί τους∙εγώ έχω κι άλλα». Άνοιγα τα μάτια, ι Θεός εξαφανίζουνταν μα απόμεναν στα χέρια μου τα παιγνιδάκια του.
   Είχα και δεν το’ξερα, δεν το’ ξερα γιατί το ζούσα, την παντοδυναμία του Θεού∙ έπλαθα όπως ήθελα τον κόσμο. Ζύμη μαλακιά εγώ, ζύμη μαλακιά κι αυτός. Θυμούμαι, απ’ όλα τα φρούτα, όταν ήμουν μικρός, αγαπούσα τα κεράσια∙τα’ριχνα σ’ έναν κουβά νερό, έσκυβα και τα καμάρωνα- μαύρα ή κόκκινα, τραγανά, που μεγάλωναν ευτύς ως έμπαιναν στο νερό∙ μα όταν τα’βγαζα, έβλεπα με μεγάλη μου απογοήτεψη πώς μίκραιναν∙σφαλνούσα λοιπόν τα μάτια, για να μην τα βλέπω να μικραίνουν, και τα’χωνα, τεράστια όπως μου φαίνουνταν, στο στόμα μου.
   Το ασήμαντο αυτό ξεσκεπάζει ολάκερη μέθοδο που αντικρίζω την πραγματικότητα, ακόμα και τώρα στα γεράματα∙την μεταπλάθω λαμπρότερη, καλύτερη, πιο αρμοσμένη στο σκοπό μου. Το μυαλό φωνάζει, εξηγάει,αποδείχνει, διαμαρτύρεται∙ μα μια φωνή μέσα μου σηκώνεται: «Σώπα, μυαλό, ν’ακούσουμε την καρδιά» τού φωνάζει∙ ποιάν καρδιά; Την ουσία της ζωής, την παραφροσύνη∙ κι η καρδιά αρχίζει να κελαηδάει.
   «Δεν μπορούμε ν’αλλάξουμε την πραγματικότητα» λέει ένας αγαπημένος μου Βυζαντινός μυστικός∙ «Ας αλλάξουμε τότε το μάτι που βλέπει την παραγματικότητα». Αυτό έκανα όταν ήμουν παιδί∙ αυτό κάνω και τώρα στις πιο δημιουργικές στιγμές της ζωής μου. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου