The world I love:my novels, my favorite themes

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020


ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Ένας εναντίον νόλων
Μέρος Γ΄
Η εκτέλεση
Της Dimitra Papanastasopoulou



















Ο Ίων Δραγούμης έφυγε πολύ νωρίς, άγρια και εν ψυχρώ δολοφονημένος, θύμα των πολιτικών αναταραχών- και να πώς έγινε:

Κατακαλόκαιρο του 1920 και ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέχεται δολοφονική επίθεση στο Παρίσι, λίγες ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Γλυτώνει, αλλά το νέο δεν φθάνει στην ταραγμένη και διχασμένη πολιτικά Αθήνα αμέσως. Φθάνει, ωστόσο, παραποιημένη και δημιουργεί την εντύπωση ότι ο μεγάλος πολιτικός υπέκυψε στο μοιραίο. Το αποτέλεσμα ήταν να εξοργισθούν οι οπαδοί των Φιλελευθέρων ή αλλιώς Φιλοβενιζελικών, να κατεβούν στους δρόμους, να επιτεθούν στα γραφεία των αντιπάλων εφημερίδων ( «Αθηναϊκή», «Αστραπή», «Εσπερινή», «Καθημενρινή», «Νέα Ημέρα», «Πολιτεία», «Ριζοσπάστης», «Σκριπ» κλπ), σε τυπογραφεία, στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, και να λεηλατήσουν τα σπίτια των ηγετικών στελεχών της Αντιπολίτευσης Δ. Ράλλη, Σ. Σκουλούδη και Ν. Στράτου. Άλλα ηγετικά στελέχη συνελήφθησαν και κρατήθηκαν στις φυλακές Συγγρού για σχεδόν έναν μήνα.
Ο Εμμανουήλ Ρέπουλης που εκτελούσε χρέη Πρωθυπουργού, λόγω της απουσίας του Ελ. Βενιζέλου, δεν θεώρησε αναγκαίο να κηρύξει την Αθήνα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ισχυριζόμενος ότι μόνον ένα τμήμα της 5ης Μεραρχίας βρισκόταν στην πόλη. Όμως, η 5η Μεραρχία αποτελούνταν από Κρητικούς, όλοι τους οπαδοί του Βενιζέλου..., κάθε άλλο παρά πρόθυμοι να τιθασεύσουν το οργισμένο πλήθος.

Το πρωί της αποφράδας ημέρας ( Παρασκευή, 31 Ιουλίου 1920) ο Ίων Δραγούμης πήγε στο θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη «Νέα Σκηνή» με σκοπό να παρακολουθήσει τις πρόβες του έργου  «η πράσινη κουρτίνα» το οποίο η γνωστή ηθοποιός και σύντροφός του ανέβαζε από τον προηγούμενο μήνα. Η φήμη ότι ο Βενιζέλος ήταν νεκρός κυκλοφόρησε αστραπιαία- ένας από τους ηθοποιούς το ανακοίνωσε - και η Κοτοπούλη, βαθιά αντιβενιζελική, αντιλήφθηκε σωστά την επικείμενη εκδίκηση των αντιπάλων και αποφάσισε να κλείσει το θέατρο. (Το ίδιο απόγευμα, με την Κοτοπούλη απούσα, το θέατρο λεηλατήθηκε).
Το ζευγάρι αποφάσισε να επιστρέψει στο σπίτι του, στην οδό Ξενίας, μαθαίνοντας όμως για τις ταραχές, άλλαξε γνώμη και όδευσε προς την Κηφισιά, στο σπίτι της αδελφής του Ίωνα Έφης.
Τις ίδιες ώρες η ελληνική κυβέρνηση, θεωρώντας κι εκείνη νεκρό τον Βενιζέλο, μέσω του Υπουργού Εξωτερικών Πολίτη, ζητούσε από την Αγγλία να μεσολαβήσει στην Ελβετία, όπου βρισκόταν εξόριστος ο βασιλιάς Κωνσταντίνος(και μόνιμος αντίπαλος του Βενιζέλου), για να επιβληθούν μέτρα απομόνωσης και αστυνομικής επιτήρησης, χωρίς να υπάρχουν αποδείξεις εμπλοκής του στην δολοφονία.

Ο Ίων Δραγούμης έμεινε για λίγο στο σπίτι της αδελφής του, έμαθε ότι ο Βενιζέλος ήταν ζωντανός, και αποφάσισε να επιστρέψει στην Αθήνα, στα γραφεία του δικού του περιοδικού «Πολιτική Επιθεώρησις» για να γράψει και να στηλιτεύσει την απόπειρα δολοφονίας, μένοντας αδιάφορος στις εκκλήσεις των δύο αγαπημένων του γυναικών.
«Πρέπει να γράψω ένα άρθρο ενντίον της απόπειρας. Πρέπει να πάρω θέση απέναντι σ’ αυτή τη φριχτή πράξη- πρέπει να σταματήσυμε το ποτάμι της βίας»
 είπε και, ακολουθώντας το ίδιο δρομολόγιο, παρά το μπλόκο των ανδρών του Τάγματος Ασφαλείας του Γύπαρη με το οποίο είχε συναντηθεί ανεβαίνοντας στην Κηφισιά κάποιες ώρες νωρίτερα, πήρε το μονοπάτι του θανάτου.

Εδώ, θα κάνω μια παρένθεση για την ταυτότητα του Γύπαρη.
Ο Παύλος Γύπαρης γεννήθηκε το 1882 στην Ασή Γωνιά Χανίων, πήρε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα από το 1903 με δική του ένοπλη ομάδα, συμμετείχε στην ενέδρα στο Σκλήθρο της Φλώρινας όπου εξοντώθηκαν οι περισσότεροι Βούλγαροι κομιτατζήδες και, εκείνα τα χρόνια, ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με τον Ίωνα, ο οποίος συμμετείχε στον Αγώνα. Το 1911 έλαβε ενεργό μέρος στην εξέγερση της Σάμου και το 1914 ως επικεφαλής αντάρτικου σώματος πολέμησε στη Βόρεια Ήπειρο. Το 1915 πολέμησε στο Δυτικό Μέτωπο και στα Δαρδανέλια. Το 1916 συντάχθηκε με το Κίνημα της Εθνικής Άμυνας και πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο.Το 1917, όταν πλέον ο Βενιζέλος έγινε πρωθυπουργός όλης της Ελλάδας με έδρα την Αθήνα, ο Γύπαρης, ήδη μόνιμος στον Στρατό με τον βαθμό του Λοχαγού, ανέλαβε επικεφαλής του Τάγματος που ήταν επιφορτισμένο με την ασφάλεια της πρωτεύουσας αλλά και του ίδιου του Βενιζέλου προσωπικά, μιας και τού ήταν ιδιαίτερα αγαπητός. Οι αποκαλούμενοι «Γυπαραίοι», περί τα 1.000 ή 4.000 άτομα, όλοι τους νεαροί Κρητικοί, ήταν παραστρατιωτικοί και υπάκουαν στον αρχηγό τους, ενώ τους διέκρινε τυφλή πίστη και αφοσίωση στον Βενιζέλο.

Κόντευε τρεις το απόγευμα της 31ης Ιουλίου, μια ημέρα με αφόρητο καύσωνα, όταν ο Ίων Δραγούμης, οδηγώντας το μαύρο ανοιχτό Ford αυτοκίνητό του, έφθασε στην περιοχή Θων (σήμερα αρχή Λ. Κηφισίας στο ύψος των Αμπελοκήπων). Ένα μπλόκο Γυπαραίων τον σταμάτησαν, τον αναγνώρισαν και τον συνέλαβαν, οδηγώντας τον στο κοντινό στρατηγείο τους(έπαυλη Θων). Εξω από το στρατηγείο υπήρχε συγκεντρωμένο και εξαγριωμένο πλήθος. Κάποιοι κλώτσησαν και έφτυσαν τον λευκοντυμένο Δραγούμη, προκαλώντας του κατάγματα και σπάζοντας το μονόκλ του.
Κουτσαίνοντας από τον πόνο, οδηγήθηκε μπροστά στον Γύπαρη.
«Ξαναπέρασες. Σε σταματήσαμε. Μας είπες ότι ανέβαινες στο σπίτι του πατέρα σου στην Κηφισιά. Γιατί ξαναγύρισες;»
Ο Δραγούμης τον κοίταξε σιωπηλός. Δεν εξήγησε την κίνησή του, βέβαιος ότι ο Γύπαρης θα τον περιγελούσε και δεν θα τον πίστευε, όπως δεν καταλάβαινε την παρουσία του σε μια πόλη που έβραζε. Αλλά ο Ίων διάβαινε πάντα σε μοναχικούς, δύσκολους δρόμους, χωριστά από το πλήθος.

Για τα όσα συνέβησαν στη συνέχεια υπάρχουν πολλά κενά και διαφορετικές εκδοχές.
Σύμφωνα με τον Γιάννη Μάζη το στρατηγείο δέχτηκε δύο επισκέπτες:
-τον Πλωτάρχη Πέτρο Βούλγαρη, Γενικό Γραμματέα Υπουργείου Ναυτικών και βενιζελικό, ο οποίος ενημέρωσε τον Γύπαρη για την κατάσταση του Βενιζέλου και τού ζήτησε να προστατεύσει τον Δραγούμη από τον όχλο, και να τον παραδώσει στον στρατιωτικό διοικητή της Αθήνας. Ο Γύπαρης έκανε κάποια τηλεφωνήματα και συμφώνησε. Η μεταφορά ως το Φρουραρχείο θα γινόταν πεζή, επειδή η απόσταση ήταν μικρή, και
-τον Εμμανουήλ Μπενάκη, πατέρα της Πηνελόπης Δέλτα, πανίσχυρη πολιτική και επιχειρηματική προσωπικότητα, ο οποίος έτρεφε μίσος για τον Ίωνα, λόγω της περιπέτειάς του με την κόρη του.
Ωστόσο, ο Ι. Παπαφλωράτος αμφισβητεί την παρουσία του δεύτερου.
Αν δεχθούμε την άποψη του Γιάννη Μάζη, ότι δηλαδή ο Μπενάκης πήγε στου Θων, για ποιόν λόγο το έκανε; Ήταν πανίσχυρος, βενιζελικός και δεν θεωρούσε τον Γύπαρη άνθρωπο με τον οποίο μπορούσε να έχει οποιασδήποτε μορφής σχέσεις.
Ο Γ. Μάζης γράφει ότι πήγε για να ενημερωθεί εκτενώς για τα τεκταινόμενα στην Αθήνα, ή επειδή ανεβαίνοντας κι εκείνος για την Κηφισιά, είδε να σταματούν και να συλλαμβάνουν τον Δραγούμη. Όπως και να έχει, ο Δραγούμης δεν αντάλλαξε λέξη με τον Μπενάκη, ο Μπενάκης δεν τον πλησίασε, μόνο τον κοίταζε από μακριά, καθώς εκείνος οδηγούνταν έξω από το γραφείο του Γύπαρη.

Τα λεπτά έχουν τη διάρκεια αιώνων για τον Ίωνα Δραγούμη. Ο Γύπαρης σήκωσε το τηλέφωνο και μίλησε με κάποιον που ως σήμερα σκεπάζει πυκνό και απόλυτο σκοτάδι. Αμέσως μετά, έδωσε εντολή να οδηγηθεί ο Δραγούμης στο Φρουραρχείο. Ο Δραγούμης εν μέσω του αποσπάσματος προχωρεί στον σχεδόν έρημο δρόμο, με τον ήλιο να καίει, αλλά στο ύψος όπου σήμερα υψώνεται το ξενοδοχείο Hilton αναγκάζεται να σταματήσει. Ένας λοχίας ερχόταν τρέχοντας προς το μέρος τους. Κάτι ψιθύρισε στο αυτί του επικεφαλής του αποσπάσματος λοχία Κίτσου, ακούστηκε να λέει «εδώ, εδώ», δείχοντας ένα σημείο, και έφυγε.
Γύρω υπάρχουν κάμποσες μάντρες με υλικά οικοδομών, ένα-δύο υπαίθρια καφέ και οι στρατώνες του Πυροβολικού. Οι διερχόμενοι είναι ελάχιστοι, αλλά ένας από αυτούς, ο Ίγκορ Λεμπέντιεφ, Συνταγματάρχης του Ρωσικού Αυτοκρατορικού Στρατού, που υπηρετούσε στη ρωσική διπλωματική αποστολή στην Αθήνα, έδωσε την ακριβή και λεπτομερή του κατάθεση ως αυτόπτης μάρτυς, καταγεγραμμένη και στην «Νεότερη Ιστορία του Ελληνικού ‘Εθνους, 1826-1974» του Γεωργίου Ρούσσου:
«Την 31ην Ιουλίου, ημέραν καθ' ην εγνώσθη η κατά του Βενιζέλου απόπειρα, υπήρξα, τυχαίως μάρτυς τών ακολούθων. Περί την 4ην απογευματινήν ανέμενον μεθ' ομάδος εκ τριών ή τεσσάρων προσώπων την άφιξιν του τραμ παρά την γωνίαν της Λεωφόρου Κηφισίας και της οδού Ι. Παπαδιαμαντοπούλου πλησίον του υπ. αριθμ. 907 στύλου των ηλεκτρικών συρμάτων. Την προσοχή μου επέσυρεν ομάς στρατιωτών αγόντων εν συνοδεία έναν πολίτη καλού παρουσιαστικού και βαδίζοντα μετά πολλής αξιοπρεπείας.
Δεξιόθεν και αριστερόθεν εβάδιζον δύο στρατιώται, δεκάς δε ετέρων ηκολούθει εκ του σύνεγγυς. Πάντες έφερον τυφέκια. Μόλις το απόσπασμα επλησίασεν εις τον υπ. αριθμ. 905 στύλον, μετέβαλε κατεύθυνσιν προς τα αριστερά και εσταμάτησε παρά το πεζοδρόμιον, αφήσαν τον αιχμάλωτον πολίτη επί του πεζοδρομίου, εις απόστασιν τεσσάρων περίπου βημάτων. Οι στρατιώται αφού εσταμάτησαν, επυροβόλησαν. Ερρίφθησαν περί τους δέκα πυροβολισμούς. Ουδέν πρόσταγμα ηκούσθη. Ο πυροβοληθείς πολίτης κατέπεσεν άπνους, χωρίς να βγάλει κραυγήν, χωρίς να είπη τι. Εν αυτοκίνητον επλησίασεν. Οι στρατιώται επέβησαν αυτού και ανεχώρησαν. Αργότερα διέβην και πάλιν εκ του αυτού σημείου. Δεν υπήρχεν όμως πλέον ίχνος του δράματος, το οποίο είχε προ ολίγου διαδραματισθή εκεί».

Το νήμα της ζωής του Ίωνα Δραγούμη κόπηκε ξαφνικά με εννέα πυροβολισμούς. Το λευκό του κοστούμι βάφτηκε κόκκινο από το τελευταίο αίμα.
Ο Κωστής Παλαμάς γράφει την «Νεκρική Ωδή» συγκλονισμένος:
«Λευκή, ας βαλθή όπου έπεσες, κολώνα. Πώς έπεσες γραφή να μην το λέει. Λευκή, με της Πατρίδας την εικόνα. Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει, βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου