The world I love:my novels, my favorite themes

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2021

 

Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ‘30

ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ

Μέρος β΄

Της Dimitra Papanastasopoulou


 


Ανήσυχο πνεύμα ο Γιώργος Θεοτοκάς, βρέθηκε στο κέντρο των αναζητήσεων της γενιάς του '30 και του διαλόγου περί «ελληνικότητας». Οι δραματικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις σε ελληνικό και διεθνές πεδίο (μεταξική δικτατορία, Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος, ψυχροπολεμική περίοδος) σφράγισαν την πνευματική του πορεία και καθόρισαν τις θέσεις και τις απόψεις του. Πολέμιος κάθε ολοκληρωτισμού, προέβαλλε πάντα τις ακλόνητες θέσεις του περί προσωπικής ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, ενώ υποστήριξε σθεναρά τον κεντρώο πολιτικό χώρο.

Με τα δοκίμιά του ο συγγραφέας κατάφερε να διαμορφώσει ένα ευλύγιστο, εναργές και απλό γράψιμο, με όργανο μια εκπληκτικά στρωτή δημοτική. Όμως, ο ίδιος προτιμούσε τα μυθιστορήματα. Μιλάμε για το αστικό μυθιστόρημα εποχής, το βασισμένο στη θεματική διάρθρωση του υλικού, στη δημιουργία χαρακτήρων και στην αιτιατή πλοκή. Επηρεάστηκε από τους Σταντάλ, Μπαλζάκ, Φλομπέρ και Τολστόι, αλλά όχι από τους συγχρόνους του Προυστ, Τζόις, Γουλφ, Κάφκα και Μούζιλ, όπως υποστηρίζει ο Γιώργος Αράγης στα έργα του «Γιώργος Θεοτοκάς. Παρουσίαση-Ανθολόγηση» και Η μεσοπολεμική πεζογραφία. Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)

 

Διαπιστώνοντας το τέλμα στα ελληνικά πνευματικά δρώμενα και την δεσποτεία της παλιάς γενιάς των διανοουμένων δυσφορεί αφάνταστα. Είναι ο κατ΄ εξοχήν εκφραστής της νέας γενιάς που ασφυκτιά από τον θανατηφόρο δεσποτισμό των παλιών. Γι’ αυτό, συγκεντρώνει γύρω του τα πιο ευπρεπή και μορφωμένα στρώματα της ελληνικής νεότητας και τίθεται με την πολυεπίπεδη πνευματική παρουσία του, ηγέτης της προσπάθειας για την αναγέννηση του τόπου.

Διακήρυξε, όπως εύστοχα επισημαίνει ο μεγάλος μας κριτικός Αντρέας Καραντώνης, ότι ο νεοελληνικός χαρακτήρας, σαν χαρακτήρας έθνους ζωντανού, δεν μπορεί να είναι μονόπλευρος και σταματημένος σε πάγια χαρακτηριστικά, αλλά μια πολύχρωμη σύνθεση από πολλές διαφορετικές τάσεις, παραδόσεις και προσωπικότητες. Σε κάθε του βήμα ήταν έκδηλη η διαύγεια του ύφους, η καθαρότητα των συλλογισμών και η κριτική ματιά του.

Τη συγγραφική του τεχνοτροπία και την πνευματική του οξυδέρκεια αποτυπώνει με ξεχωριστή ενάργεια στο πρωτοποριακό για την εποχή του έργο «Αργώ». Είναι μια σπουδαία πεζογραφική σύλληψη από τις πιο εμπνευσμένες της γενιάς του’30, μέσα από την οποία, όπως σχολιάζει ο Σπύρος Πλασκοβίτης: «Ο Θεoτοκάς θέλησε να αγκαλιάσει ολάκερη την ιδεολογική και ηθική μετάβαση του νεοελληνικού αστισμού, από τη μονοκρατορία της Μεγάλης Ιδέας, ως την παροπλισμένη δημοκρατία του μεσοπολέμου».

Ο Γιώργος Θεοτοκάς επιχειρεί για πρώτη φορά μια συστηματική προσπάθεια ψυχολογικής αποτύπωσης όλων των τύπων που εκφράζουν την νεοελληνική πραγματικότητα και έτσι προσφέρει μια εξαιρετική τοιχογραφία της Ελλάδας του μεσοπολέμου. Με τις άχραντες ηθικά μορφές στην «Αργώ», δημιουργεί ένα μυθιστόρημα υψηλής πνευματικής και πολιτισμικής αγωγής. Μέσα από την «Αργώ» ο αναγνώστης, όπως σημειώνει ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, «ανασαίνει σε μια πνευματική ατμόσφαιρα».

Κι επειδή η «Αργώ» είναι τόσο σημαντική, κι επειδή επιθυμώ να γνωρίσετε και μια άλλη πλευρά του Γιώργου Θεοτοκά, σας μεταφέρω ένα μικρό κομμάτι, γραμμένο από την μικρότερη αδελφή του.

 

«Στον λόφο του Χριστού, στην Πρίγκιπο, σ’ ένα πευκόφυτο δάσος, υπήρχε ένα μοναστήρι που, στον 20ό αιώνα, είχε ξεφύγει από τον αρχικό προορισμό του. Μαζί με τρία-τέσσερα νεότερα κτίσματα, είχε γίνει τόπος παραθερισμού. Δίπλα στην εκκλησία ήταν ένα νεκροταφείο, παρατημένο από καιρό. Σ’ ένα από τα «παιδικά» διηγήματά του ο Γιώργος περιγράφει τα τρελά παιχνίδια της παρέας του ανάμεσα στους τάφους: “Ξέραμε απ’ έξω την τοποθεσία όλων σχεδόν των τάφων και τους νεκρούς τούς λέγαμε με τα μικρά τους ονόματα. Σε κείνην τη γωνιά καθότανε η Μελπομένη, δίπλα της η Ευγενία, παρακάτω ήταν ο Αναστάσιος, στην αντικρινή γωνιά ο Γεράσιμος. Ξέραμε απάνω-κάτω και την ηλικία του καθενός. Πηδούσαμε απάνω από τα μνήματα, σκαρφαλώναμε στους τοίχους και στους κορμούς των κυπαρισσιών, κυλιόμασταν στα χορτάρια, αναστατώναμε τον κόσμο των νεκρών με τα τρεξίματα, τις φωνές μας, τα γέλια μας και καμιά φορά τα κλάματά μας, όταν γινότανε καβγάς”(Ο κήπος με τα κυπαρίσσια,1937).

Σ’ εκείνη την ηλικία, η διαφορά ανάμεσα στον Γιώργο και σε εμένα ήταν μεγάλη, έξι ολόκληρα χρόνια. Ετσι, τα αγόρια δεν με καταδέχονταν. Οπως έγραφε ο Γιώργος, “υπήρχαν κάτι πολύ μικρά κοριτσάκια που μας ακολουθούσαν με πολύ κόπο… και που δεν τα θεωρούσαμε μέλη της συντροφιάς”.

Παρότι οι αναμνήσεις μου από κείνα τα χρόνια είναι αμυδρές, θυμάμαι θα ήταν το 1917, τον Γιώργο στη Χάλκη, να πηδά από τα κεραμίδια της εκκλησιάς της μικρής μονής του Αρσενίου, να με αρπάζει από το χέρι και να με τραβολογά στο δάσος, για να μην τον μαρτυρήσω στον πατέρα Κωνστάντιο, που τον είχε αντιληφθεί. Ο τελευταίος επρόκειτο να εμπνεύσει στον Γιώργο τον Παπασίδερο της Αργώς, τον πιο δυνατό, όπως πίστευε, τύπο του μυθιστορήματος».

 

Βασικό μέλημα σε όλα τα έργα του Γιώργου Θεοτοκά που παρουσιάζουν μια αδιαίρετη ενότητα είναι η ελληνική διάρκεια, το μέλλον και η πορεία του ελληνισμού, ως σπουδαίας πνευματικής και πολιτισμικής δομής της ανθρωπότητας.

Πρέσβευε ότι «το γνήσιο ελληνικό πνεύμα, που παραδόθηκε ναρκωμένο και καταχωνιασμένο κάτω από τις στοίβες νεκρού δασκαλισμού, μπορούσε να απελευθερωθεί και να συμβάλλει σε μια άνθηση της ελληνικής σκέψης και των ελληνικών γραμμάτων».

Όπως σημειώνει και ο ίδιος στα πρωτοπόρα δοκίμιά του «Αναζητώ ένα ορισμένο είδος ανθρωπιάς, όχι στατικό, αλλά δυναμικό, ικανό να ανανεώνεται, να αναπροσαρμόζεται και να δημιουργεί χωρίς τελειωμό». Έχοντας ζήσει πολλά χρόνια στο εξωτερικό και έχοντας δεχθεί επηρεασμούς από τα πιο πρωτοπόρα αισθητικά ρεύματα της Ευρώπης, κόμιζε πάντα στα πνευματικά του βήματα τη φρεσκάδα της πρωτοπορίας, χωρίς όμως ποτέ να αλλοτριώσει την ελληνικότητά του, για την οποία πάσχιζε μια ζωή.

Κατάφερε να μπολιάσει την νεοελληνική πνευματική πραγματικότητα με νοοτροπία ευρωπαϊκή και οραματίστηκε την αναγέννηση του ελληνισμού, ως μελλοντικού καθοδηγητή της Ευρώπης. Μέσα από αυτή τη στάση του, όπως σημείωσε ο Χρήστος Λαμπράκης, «εξέφρασε το πρότυπο του ευρωπαίου διανοουμένου, που γνώριζε την αλληλεξάρτηση όλων των φαινομένων και γι’ αυτό ζητούσε να αποκτήσει γενική καλλιέργεια».

Οι ρηξικέλευθες θέσεις που πήρε για τον ρόλο και την ευθύνη των πνευματικών ανθρώπων επέφεραν σωρεία άδικων και κακόβουλων επιθέσεων, εκείνος όμως κράτησε μια αξιοπρεπή στάση και δεν στράφηκε εναντίον κανενός.

Υπήρξε αναμφίβολα μία από τις λαμπρότερες και πολυεπίπεδες φυσιογνωμίες των ελληνικών γραμμάτων την περίοδο του μεσοπολέμου. Διάνοιξε νέους ορίζοντες στη νεοελληνική γραμματεία και αναδείχτηκε ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της γενιάς του ’30.

Ο Π. Σπανδωνίδης δίνοντας επιγραμματικά το πνευματικό στίγμα του Θεοτοκά γράφει: «Η όλη παρουσία του Θεοτοκά στη διασκεπτική περιοχή, μας δίνει ένα μυαλό οπλισμένο με βαθιά καλλιέργεια και φανερωμένο σε γεωμετρικές αναλογίες, μεγάλης στερεότητας. Παρουσιάζει ένα πνεύμα φωτεινό και διαυγές, αλλά ακόμη συνθετικό και βαθύ, όχι διάχυτο και αυθόρμητο, αλλά δημοσιογραφικό».

 

Τα τέλη της δεκαετίας του 1950 σηματοδότησαν μια ουσιαστική καμπή στην πνευματική του πορεία, που είχε να κάνει με τη στροφή του προς το χριστιανισμό και, κυρίως, την ορθοδοξία, στροφή που ίσως ήταν σχετική με τον θάνατο της γυναίκας του το 1959. Αυτή πάντως η στροφή δεν αλλοίωσε την εικόνα της συνολικής πνευματικής του πορείας. Κατηγορώντας τη Δύση ότι έχει απολέσει το αξιακό της υπόβαθρο, υποστήριξε την επιστροφή στις αξίες μέσω της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, επικρίνοντας ταυτόχρονα και την ελληνική κοινωνία για την αντίστοιχη απώλεια αξιών, και την Εκκλησία για την αδυναμία της να εκσυγχρονίσει την ορθόδοξη παράδοση.)

 

Πολυγραφότατος, εκτός από τα έργα που αναφέρθηκαν στο α΄ μέρος του αφιερώματος, έγραψε και τα παρακάτω:

Οι Καμπάνες, Προβλήματα του καιρού μας, Πνευματική Πορεία,

Εθνική κρίση, Αναζητώντας τη διαύγεια (Δοκίμια για τη νεότερη ελληνική και ευρωπαϊκή λογοτεχνία), Στοχασμοί και θέσεις (Πολιτικά κείμενα, 2 τόμοι)

Επίσης τα θεατρικά: Το γεφύρι της Άρτας,Όνειρο του Δωδεκάμερου, Το παιχνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας, Συναπάντημα στην Πεντέλη, Το τίμημα της λευτεριάς, Αλκιβιάδης, Ο τελευταίος πόλεμος, Λάκκαινα, Σκληρές ρίζες, Η άκρη του δρόμου.

Τα ταξιδιωτικά (από τα πολλά ταξίδια του): Δοκίμιο για την Αμερική, Ταξίδι στη Μέση Ανατολή και στο Άγιον Όρος, Ταξίδια: Περσία, Ρουμανία, Σοβιετική Ένωση (σημ. Ρωδία), Βουλγαρία.

Έγραψε ακόμη: Ώρες Αργίας, Ημερολόγιο της «Αργώς» και του «Δαιμονίου», Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953, Στοχασμοί και Θέσεις, Πολιτικά Κείμενα:1925-1949 και 1950-1966, 2 τόμοι, Η Ορθοδοξία στον Καιρό Μας, Μια Αλληλογραφία.

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου