The world I love:my novels, my favorite themes

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018


ΟΤΑΝ ΣΩΠΑΙΝΕΙ ΤΟ ΦΩΣ





Η συγγραφέας Δήμητρα Παπαναστασοπούλου, με αυτό της το πόνημα μας μεταφέρει στη βενετοκρατούμενη Κρήτη του 16ου αιώνα, με μια τρυφερή και παράλληλα βίαιη ιστορία, γεμάτη έντονα συναισθήματα και μια πλοκή που δεν σου επιτρέπει να το αφήσει από τα χέρια σου.

Οι ήρωες έρχονται να σε παρασύρουν με τη δράση τους, μα και τα γήινα χαρακτηριστικά που τους δίνει η συγγραφέας, σε καθηλώνουν με τη δομημένη παρουσία τους μέσα στην ιστορία και άξια κερδίζουν το μερίδιο συμπάθειας ή αντιπάθειας που τους αναλογεί... Άνθρωποι είναι, μην το ξεχνάμε!

Ως ιστορικό μυθιστόρημα λοιπόν, έχει όλα εκείνα τα στοιχεία του συγκροτημένου κειμένου, δίχως ιστορικά λάθη και κενά δράσης, που δίχως να δυσκολευτείς ως αναγνώστης, σε μεταφέρουν στο κλίμα της εποχής, δίνοντάς σου το δικαίωμα να το ζήσεις.

Αξίζει βέβαια να αναφέρουμε ότι το βιβλίο αυτό είναι πολύ προσεγμένο στον τρόπο γραφής του, από λογοτεχνικής άποψης και σχεδιασμού, δίχως υπερβολές και «κενές» σελίδες εντυπωσιασμού... με ανούσιες περιγραφές.

Και αν μερικά βιβλία τα ξεχνά με την ολοκλήρωση της «νάγνωσης», αυτό πιστέψτε με... δεν σας το επιτρέπει.
Παύλος Ανδριάς
By Aylogyros news


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

Μια ψιλή βροχή άρχισε να πέφτει, κλείνοντας ακόμη περισσότερο τον ήδη σκοτεινιασμένο ορίζοντα, η ομίχλη πύκνωσε και το τοπί σχεδόν εξαφανίστηκε. Το Κανάλι,αλλού φαρδύτερο και αλλού στενότερο, επέτρεπε στον ταξιδιώτη να διακρίνει τα παλάτια, αλλά με τη θαμπή ατμόσφαιρα που δημιούργησαν το ψιλόβροχο και η ομίχλη, η Αρσινόη μόλις και μετά βίας ξεχώριζε πλέον τα μέγαρα, τα οποία όρθωναν το ανάστημά τους περήφανα και στις δυο του πλευρές. Τα σχήματα των παλατιών άλλαζαν, κουνιόντουσαν, σαν να ήθελαν να πλησιάσει το ένα το άλλο και να αγκαλιαστούν, οι θεσπέσιες λεπτές κολόνες χόρεταν, οι δαντελωτές τους λεπτομέρειες δημιουργούσαν νέα, ακαθόριστα και ονειρικά συμπλέγματα.
   Είναι δυνατόν αυτή η μαγική πόλη να γίνεται ομορφότερη με τη βροχή και την ομίχλη; Τότε, αν βγει ο ήλιος,τι θα αντικρίσουν τα μάτια μου; συλλογιζόταν συνεπαρμένη, αποφασισμένη να παραμείνει στο κατάστρωμα και να δέχεται το απαλό χάδι της βροχής στο πρόσωπό της, ένα διαφορετικό, εκπληκτικό και απόλυτα προσωπικό καλωσόρισμα.
   Η γαλέρα είχε πλησιάσει αρκετά τη γέφυρα Ριάλτο. Με τις εντολές του Φερδινάνδου και των άλλων αξιωματούχων το πλοίο κεντράριζε, παίρνοντας την κατάλληλη θέση, ώστε το κατάρτι να βρεθεί ακριβώς κάτω από το κέντρο της γέφυρας.Κάποιοι άνδρες πάνω της, βλέποντας απο μακριά το πλοίο να πλησιάζει, περίμεναν την κατάλληλη στιγμή και τη δυνατή φωνή του Φερδινάνδου για να τραβήξουν τους μοχλούς και από τις δυο πλευρές.
   Η Αρσινόη, με τα μάτια ορθάνοιχτα από την κατάπληξη, απομακρύνοντας κάθε τόσο το νερό της βροχής που την εμπόδιζε να βλέπει καθαρά, παρακολουθούσε άναυδη. Μπροστά της βρισκόταν μια ξύλινη γέφυρα, στηριζόμενη σε ένα σωρό ξύλινες κολόνες, με κενά ανάμεσά τοτς για να περνούν οι γόνδολες, σχηματίζοντας μια αμβλεία γωνία. Όρθιες σανίδες, με επίσης ξύλινη σκεπή, με μικρά ανοίγματα για φως και αέρα,υψώνονταν και στα δυο ανηφορικά της σκέλη, ενώ στη μέση ακριβώς, υπήρχε ένας επίπεδος ανοιχτός χώρος με μικρά κιγκλιδώματα και στις δυο πλευρές του.  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου