ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ(1821- 1881)
Ο συγγραφέας της εφηβείας μου
Από την Δήμητρα Παπαναστασοπούλου
Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι, αυτός ο
σπουδαίος Ρώσος συγγραφέας, συντρόφευσε τις εφηβικές μου ανησυχίες με τον
καλύτερο τρόπο, ανοίγοντάς μου τους ορίζοντες της ενδοσκόπησης, της βαθειάς
σκέψης πίσω και κάτω από την επιφάνεια.
Γεννήθηκε τη χρονιά που η πατρίδα μας όρθωνε το
ανάστημά της, μάτωνε και πολεμούσε για το υπέρτατο αγαθό- την ελευθερία, που
σήμερα κανείς δε λογαριάζει. Πέθανε τη χρονιά που η Θεσσαλία μου ελευθερώθηκε,
τίναξε από πάνω της τα τούρκικα δεσμά και ενώθηκε με την ελεύθερη Ελλάδα.
Πολλοί από σας θα χαμογελάσουν. Κι εγώ δεν θα σας
αδικήσω. Αλλά για μένα- που δεν πιστεύω στο τυχαίο- έχει σημασία.
Ο Φιοντόρ, αν και γιός κληρικού, κατάφερε και
όρθωσε το δικό του ανάστημα και δεν έγινε κι εκείνος κληρικός-δεν έκανε το
αυτονόητο, το αναμενόμενο, παρά το γεγονός ότι έχασε τον πατέρα του στα 18 του
χρόνια. Διάλεξε να γίνει στρατιωτικός γιατρός και τελείωσε την καριέρα του ως
διευθυντής ενός πτωχομείου της Μόσχας. Αυτό που πρέπει να διαβαστεί πίσω από
αυτές τις γραμμές είναι ότι ο Φιοντόρ κέρδισε μια ανώτερη γνώση, τη γνώση που
τον οδήγησε στα μονοπάτια της λογοτεχνίας- όπως εκείνος την αντιλαμβανόταν-
μετά το 1843.
Το 1849 συνελήφθη και δικάστηκε για συμμετοχή σε
προδοτική συνωμοσία. Δεν αρνήθηκε τις κατηγορίες, δεν υπερασπίστηκε τον εαυτό
του, παρά δήλωσε ότι ήταν «ένας αφελής-έντιμος ανθρωπιστής και λόγιος που
αποβλέπω στο γενικό καλό της ανθρωπότητας». Καταδικάστηκε, μαζί με τους
«συνεργάτες» του, σε θάνατο. Μετά από έναν απάνθρωπο πόλεμο νεύρων και
εικονικών εκτελέσεων, μετά από ατελείωτες ώρες αναμονής του εκτελεστικού
αποσπάσματος σε πλατεία της Αγίας Πετρούπολης στις 22 Δεκεμβρίου της ίδιας
χρονιάς (φανταστείτε την παγωνιά), η ποινή του μετατράπηκε σε 4 χρόνια εξορία
και καταναγκαστικά έργα στο Όμσκ της Σιβηρίας, με σύγχρονο υποβιβασμό σε απλό
στρατιώτη.
Χρειάστηκε να περιμένει μέχρι το 1859 για να
καταφέρει να επιστρέψει στις μεγάλες πόλεις ως αξιωματικός και γιατρός και, το
κυριότερο, να αρχίσει να γράφει. Το πάθος της χαρτοπαιξίας που κόντεψε να τον
καταστρέψει φαίνεται στο βιβλίο του Ο
Παίκτης.
Έχουν σειρά τα μεγάλα αριστουργήματα: Αδελφοί Καραμαζώφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο
Ηλίθιος, Οι Δαιμονισμένοι. Το περιοδικό που εκδίδει, Το Ημερολόγιο ενός Συγγραφέα, σημειώνει τεράστια επιχτυχία και ο
Φιοντόρ γίνεται πασίγνωστος.
Η ζωή τού επιφυλλάσσει να βιώσει το πιο τρομακτικό
γεγονός για έναν γονέα. Επιληπτικός ο ίδιος, οι νόμοι της κληρονομικότητας περνούν
την ασθένεια στον μικρότερο γιό του, τον οποίο χάνει το 1878.
Το 1881 παρουσίασε μια σοβαρή πνευμονική
αιμορραγία και πέθανε την ίδια ημέρα, αφού πρόλαβε να κοινωνήσει.
Επί δύο συνεχείς ημέρες, η σωρός του έμεινε
ανοιχτή μέσα στο γραφείο του, ενώ πλήθος κόσμου συνέρρεε για τον ύστατο
χαιρετισμό.
Όλη η Αγία Πετρούπολη, γνωστοί και άγνωστοι,
πλούσιοι και φτωχοί, τον ακολούθησε μέχρι το μοναστήρι του Αλεξάντερ Νιέφσκι,
όπου έγινε η ταφή.
Κοντά του βρίσκονται οι τάφοι των Τσαϊκόφσκι,
Ρίμσκι-Κορσάκοφ, Μουσόρφκσκι, Μποροντίν, το έργο των οποίων γνώρισα και αγάπησα
αργότερα.
(το σπίτι όπου έμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του)
Αφιερώνω στη μνήμη του ένα απόσπασμα από ένα, όχι
και τόσο γνωστό έργο του, το μικρό αριστούργημα Αινιγματική αυτοκτονία. Απολαύστε το:
«Η νεότης περιφρονεί το χρήμα, κι εγώ αμέσως
επέμεινα στο εναντίον. Επέμεινα τόσο, που σιγά-σιγά άρχισε να γίνεται σιωπηλή.
Άνοιγε τα μάτια της, μ’ άκουγε και σιωπούσε. Βλέπετε, η νεότης, είναι
μεγαλόψυχη, καλή, μα πολύ ενθουσιώδης∙ δεν ξέρει καθόλου τι θα πει
αναεκτικότητα: μόλις ένα πράγμα δεν είναι πια του γούστου της, όπου και νάναι
θα το περιφρονήσει. Κι εγώ ήθελα να βάλω ιδέες μεγάλες στην καρδιά της, ένα φως
εμπιστοσύνης στο βλέμμα της... Δεν είν’ έτσι; Ας πάρομε ένα παράδειγμα: Πώς θα
εξηγούσα σ’ ένα τέτοιο χαρακτήρα, τις δουλειές του ενεχυροδανειστηρίου μου;
Εννοείται ότι δεν της μιλούσα απ’ ευθείας γι’ αυτό. Φαινόμουν σαν να της
ζητούσα συγγνώμην για το είδος των υποθέσεών μου∙ μα ενεργούσα, μιλούσα, σα να
λέμε έτσι, μόνο για την υπερηφάνεια μου,κι η σιωπή μου ήταν εύγλωττη.
Ω! Είμαι
δάσκαλος στην ευλωττία της σιωπής∙ σ’ όλη μου τη ζωή μίλησα έτσι και
ξετυλίχτηκαν μέσα μου τραγωδίες ολόκληρες, σιωπηλές, γιατί κι εγώ υπήρξα
δυστυχισμένος, καταφρονήθηκα απ’ όλους και λησμονήθηκα. Κανείς, κανείς δεν το
ξέρει, κι άξαφνα αυτό το κορίτσι των δεκάξι χρονών που μάζεψε από στόματα
τιποτένια και άναντρα μερικές ψευδολογίες για μένα, νόμισε πως τάξερε όλα, πως
γνώριζε ό,τι μπορεί να κρύψει η ψυχή ενός ανθρώπου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου