The world I love:my novels, my favorite themes

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2021

 

Η ΚΟΡΙΝΘΟΣ ΣΤΑ 1822

Μέρος β΄

Της Dimitra Papanastasopoulou

 



 

Στο χρονικό του ο Σρέμπιαν μας δίνει πληροφορίες για την οργάνωση της αστυνομίας στην Κόρινθο, όπως και για τα αγορανομικά μέτρα προστασίας των καταναλωτών, εγκωμιάζοντας τη δραστηριότητα του Υπουργού της Αστυνομίας Ανδρέα Μεταξά: «Ήταν ο καλύτερος και άσκησε τα καθήκοντά του με μεγάλη επιτυχία. Είχε αποχτήσει πείρα από την μακροχρόνια παραμονή του στη Μόσχα, όπου υπηρέτησε ως αξιωματούχος της Ρωσικής Αστυνομίας. Έτσι, ήταν σε θέση να οργανώσει την υπηρεσία με τον πιο ορθολογιστικό τρόπο».

Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Α. Μεταξάς ήταν να δώσει εντολή να καθαριστούν οι δρόμοι της πόλης που ήταν βορβορώδεις και σιχαμεροί. Γι’ αυτό τον σκοπό χρησιμοποίησε Τούρκους αιχμαλώτους.

Το δεύτερο ήταν η απαγόρευση στους κατοίκους να πετούν σκουπίδια μπροστά στις πόρτες των σπιτιών τους, με τιμωρία πρόστιμο 25 γρόσια ή φάλαγγα. Οι φουρνάρηδες, οι χασάπηδες και γενικώς οι έμποροι, πωλούσαν σύμφωνα με τις τιμές που κοινοποιούσε η αστυνομική αρχή. Ένας αξιωματικός πραγματοποιούσε πολλές φορές την εβδομάδα ελέγχους κι αν διαπίστωνε ανωμαλίες, ενεργούσε κατάσχεση μέτρων και σταθμών, ενώ επέβαλε πρόστιμο επί τόπου. Κι επειδή οι έμποδοι αδιαφορούσαν για την κατάσχεση των μέτρων και σταθμών, εφ’ όσον ήταν πέτρες, εύκολες να αντικατασταθούν, καθιερώθηκε η ποινή της φάλαγγας. Βεβαίως, η συγκεκριμένη ποινή δεν είχε καμία σχέση με τις εμπειρίες του Μεταξά στην Ρωσία. Επρόκειτο για τον κολασμό που επέβαλαν οι Τούρκοι στους εμπόρους, κυρίως στους φουρνάρηδες.

Οι αστυνομικοί ξεχώριζαν από το χοντρό ραβδί τους από ξύλο ελιάς με εξογκώματα. Η ανακοίνωση των αποφάσεων στο κοινό γινόταν από αστυνομικό τελάλη στους δρόμους: «Όποιος βγαίνει από το σπίτι του μετά τις 10 πρέπει να κρατάει φανάρι, αλλιώς θα τιμωρείται με 20 μπαστουνιές. Σήμερα η τιμή του ριζιού είναι…, του ψωμιού…, του λαδιού…»

Δημοσιονομική πολιτική δεν υπήρχε. Είσπραξη φόρων από το Δημόσιο δεν γινόταν. Όταν έγινε μια πρώτη προσπάθεια επιβολής κεφαλικού φόρου, οι κάτοικοι ξεσηκώθηκαν, λέγοντας ότι ελευθερία και δοσίματα δεν συμβιβάζονται.

Όταν έπιαναν έναν κλέφτη επ’ αυτοφώρω, τον κρεμούσαν με τέτοιο τρόπο, ώστε να ακουμπούν στο χώμα μόνο τα δάχτυλα των ποδιών του. Τού κρεμούσαν μια βαριά σιδερόμπαλα στον λαιμό και τον ξυλοφόρτωναν.

Αυτή η αυστηρότητα είχε ενοχλήσει τους εμπόρους και για να αποφύγουν την τιμωρία, προτιμούσαν να μην πουλάνε καθόλου. Έλεγαν στους πελάτες ότι το είδος που ζητούσαν είχε εξαντληθεί. Κι αυτό γινόταν πολύ συχνά με το ρύζι και τα κρεμμύδια.

Όμως, ο Υπουργός Μεταξάς, μόλις μάθαινε ότι ένα είδος ήταν σε έλλειψη, έδινε εντολές για έρευνες, και αν διαπιστωνόταν παράβαση, το χρηματικό πρόστιμο και η φάλαγγα επιβάλονταν.

Παρ’ όλα αυτά, ένας φούρναρης επέμενε να παρανομεί, πουλώντας στους στρατιώτες του Οδυσσέα Ανδρούτσου άθλιο και ελλιποβαρές ψωμί. Τον έπιασαν, λοιπόν, τού φόρτωσαν τα ελλιποβαρή καρβέλια και τον διαπόμπευσαν στους δρόμους της πόλης. Επικεφαλής ήταν ένας τυμπανιστής. Η διαπόμπευση τελείωσε με την επιβολή της φάλαγγας.Ο φούρναρης έβγαλε τα παπούτσια του, οι αστυνομικοί τον ακινητοποίησαν στο έδαφος και δέχτηκε 25 μπαστουνιές στις πατούσες. Κι από εκείνη τη στιγμή τα ψωμιά είχαν το σωστό βάρος και την ανάλογη ποιότητα.

 

Εκείνον τον καιρό (Ιανουάριος-Απρίλιος 1822) οι ξένοι εθελοντές ίδρυσαν στην Κόρινθο μια Τεκτονική Στοά. Οι περισσότεροι ήταν ήδη μέλη της Στοάς Ελευθεροτεκτόνων Μασσαλίας. Πήραν το όνομα Αδελφοί του Απόλλωνος, επειδή αποφάσισαν να πραγματοποιούν τις συγκεντρώσεις τους στα ερείπια του ναού του Απόλλωνα. Τα μέλη της Στοάς εφοδιάζονταν με ειδικά αναγνωριστικά διπλώματα. Η μασονική ιδιότητα δημιούργησε μια προσέγγιση ανάμεσα στους Γάλλους και τους Γερμανούς, που ως τότε βρίσκονταν σε μόνιμη διαμάχη, εξαιτίας διαφόρων εθνικών προκαταλήψεων.

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

 

Η ΚΟΡΙΝΘΟΣ ΣΤΑ 1822

Μέρος Α΄

Της Dimitra Papanastasopoulou

 



Ο Karl Martin Schrebian, Πρώσσος υπολοχαγός, έφθασε στην Ελλάδα στις αρχές του 1822, αναζητώντας τύχη και στρατιωτική σταδιοδρομία. Τα όνειρά του δεν ευοδώθηκαν και τα αισθήματά του για τους Έλληνες έγιναν εχθρικά. Γι’ αυτό, τα όσα κατέγραψε είναι απόλυτα αληθινά, καθόλου εξωραϊσμένα ή ειδωμένα από συναισθηματισμούς.

Ήταν αρχές Μαρτίου όταν πήγε στην Κόρινθο. «Κάθε μέρα έφθαναν από διάφορες επαρχίες του Μωριά, ακόμα και από τη Στερεά, ομάδες αρματωμένων Ελλήνων με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους, με τους παπάδες επικεφαλής για να λεηλατήσουν τον Ακροκόρινθο. Η κυβέρνηση ήταν ανίσχυρη και δε μπορούσε να σταματήσει τις επιδρομές. Υπήρχαν μέρες που βρίσκονταν στην πόλη πάνω από δύο χιλιάδες λαφυραγωγοί», σημειώνει.

Οι δύο φούρνοι της πόλης ήταν αδύνατο να θρέψουν τόσους πεινασμένους. Το ψωμί ήταν άθλιο, δεν τρωγόταν, και ήταν τυχερός όποιος μπορούσε, πληρώνοντας πανάκριβα (40 παράδες), να αποκτήσει ένα καρβέλι για να μην πεθάνει από την πείνα. Πρώτοι έπαιρναν ψωμί οι στρατιώτες- τα σώματα του Νικηταρά, του Γιατράκου και το Τακτικό του Υψηλάντη, και ακολουθούσαν οι εθελοντές.

Ο Κωλέτης, Υπουργός Πολέμου εκείνη την περίοδο, έδωσε εντολή να τοιχοκολληθούν ανακοινώσεις, σε όλα τα σταυροδρόμια της Κορίνθου, που καλούσαν τους ξένους εθελεοντές να παρουσιασθούν με τα υπηρεσιακά τους έγγραφα, ορισμένη ώρα στην κατοικία του.

Ο Κωλέτης, καλοσπουδασμένος στο σχολείο του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, μεταφύτευε στην επαναστατημένη Ελλάδα την διπλοπροσωπεία και την πολιτική απάτη. Μαζί με τους Φαναριώτες θα γίνει ο κατ’ εξοχήν φαυλοκράτης στον δημόσιο βίο μετά την απελευθέρωση. Οι χωρίς αντίκρυσμα υποσχέσεις του ήταν η προσφιλέστερη από τις δημαγωγικές του μεθόδους. Ο ίδιος θα ισχυρισθεί αργότερα ότι «αδίκως τού προσάπτεται η μομφή του απατάν τους πάντας δι’ υποσχέσεων και παρασημοφοριών… Αλλ’ όταν μου ζητώσι θέσιν προξένου δι’ ένα άνθρωπόν των, όστις ουδεμίαν γλώσσαν ξένην γνωρίζει αλλά και την ελληνικήν ομιλεί ατελέστατα, καταγόμενος εξ Αλβανών, και επιμένουσι, ενώ τους εξήγησα τους λόγους, δι’ ούς δεν γίνεται, τότε βεβαίως αναγκάζομαι να υποσχεθώ, ότι όχι μόνον τούτο, αλλά και την Σελήνην και τους αστέρας δύναμαι να τους χαρίσω» (‘Σελίδες τινές της Ιστορίας του βασιλέως Όθωνος, Αθήνησιν, 1898).

Ο Κωλέτης καθόταν σταυροπόδι κατάχαμα καπνίζοντας το τσιμπούκι του. Έπαιρνε τα χαρτιά και τα εξέταζε με προσοχή. Ο κάθε εθελοντής, σύμφωνα με τα πιστοποιητικά του καθοριζόταν από τον Υπουργό στην αντίστοιχη βαθμίδα του στρατού. Υπήρχαν, όμως, πολλοί χωρίς πιστοποιητικά κι έδειχναν μόνον τον βαθμό τους που αναγραφόταν στο διαβατήριό τους. Μ΄αυτόν τον τρόπο άρχισαν οι αυθαιρεσίες, οι παραπλανήσεις και τα παράπονα.

Ο Κωλέτης, αφού έκαμε τον έλεγχο, μίλησε στους ξένους αξιωματικούς, δίνοντας ανεδαφικές και απραγματοποίητες υποσχέσεις: «Κύριοι, δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο ευπρόσδεκτοι είσαστε. Σας λέω μονάχα, έτι πρόχειρα, ότι σχεδιάζουμε την οργάνωση δώδεκα συνταγμάτων πεζικού και τεσσάρων συνταγμάτων πυροβολικού. Είναι αυτονόητο, κύριοι, ότι θα διοριστείτε όλοι με άμεση προαγωγή κατά δύο βαθμούς. Κύριοι, δώστε μας ένα μικρό χρονικό περιθώριο και θα δείτε. Όλοι θα βρείτε απασχόληση, όλοι θα μπορέσετε να προσφέρετε τις γνώσεις σας, να αφιερώσετε τις δυνάμεις σας στο νέο κράτος. Δεν θα διστάσουμε να σας πολιτογραφήσουμε Έλληνες και να σας παραδώσουμε στην ιστορία της πατρίδος μας».

Λόγια και υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, αφού για να συγκροτηθούν οι μονάδες που έταζε ο Υπουργός χρειάζονταν στρατιώτες. Και στρατιώτες δεν υπήρχαν στον Μωριά, εκτός από τους ατάκτους που ακολουθούσαν τους καπεταναίους.

Οι άνθρωποι του Κωλέτη άρχισαν να διαδίδουν ότι οι μαχητές του νέου τακτικού στρατού θα βρίσκονταν στις επαρχίες πέρα από τον Ισθμό, στη Ρούμελη, δηλαδή, και μάλιστα εντός Μαρτίου. Ο μήνας πέρασε και δεν έγινε το παραμικρό.  Οι ξένοι άρχισαν ν’ απελπίζονται, αντιμετωπίζοντας και την πείνα, μιας και τα όσα χρήματα είχαν, τελείωσαν.

«Ως τώρα βολεύονταν αρπάζοντας πρόβατα από τα κοπάδια που έβοσκαν γύρω από την Κόρινθο. Αλλά βλέποντας οι τσοπάνηδες πως αποδεκατίζονταν τα ζωντανά τους, απομακρύνθηκαν. Κι έτσι, οι ξένοι έχασαν τη μόνη σίγουρη πηγή επισιτισμού τους».

 

 

Πέμπτη 1 Ιουλίου 2021

 

ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ ΜΑΧΜΟΥΤ Β΄ (1785-1839)

Ο Σουλτάνος των χρόνων της Επανάστασης

Της Dimitra Papanastasopoulou

 



 

Συνεχίζοντας το αφιέρωμα στα χρόνια της Επανάστασης του Γένους μας, σκέφτηκα να ρίξω λίγο φως στον ηγέτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον σουλτάνο Μαχμούτ Β΄, που βρισκόταν στον θρόνο από το 1808 ως τον θάνατό του από φυματίωση το 1839.

 

Γεννήθηκε στο παλάτι του Τοπ Καπί, στην Πόλη και ήταν δευτερότοκος γιος του Αμπντούλ Χαμίτ Α΄και της έβδομης συζύγου του Ναξιντίλ Σουλτάν. Οι πηγές αναφέρουν ότι επρόκειτο για μια Γεωργιανή σκλάβα, αλλά κυκλοφορεί ευρέως και ο μύθος για μια εξισλαμισμένη Γαλλίδα χριστιανή, την Αιμέ ντι Μπουκ Ριβερύ, εξαδέλφη της Ιωσηφίνας ντε Μπωαρναί (συζύγου του Αυτοκράτορος της Γαλλίας Ναπολέοντα Α΄Βοναπάρτη). Καθώς ταξίδευε σε πολύ μικρή ηλικία με τους γονείς της, το πλοίο τους έπεσε σε πειρατικά χέρια. Οι γονείς της σκοτώθηκαν και η ίδια πουλήθηκε σκλάβα. Όταν μεγάλωσε, ξαναπουλήθηκε για το χαρέμι του σουλτάνου, λόγω της ομορφιάς της.

Το 1808, ο σουλτάνος Μουσταφά Δ΄, ετεροθαλής αδελφός του Μαχμούτ, διέταξε να θανατωθεί ο Μαχμούτ και ο προηγούμενος σουλτάνος και εξάδελφός τους Σελίμ Γ, για να καταστείλει μια εξέγερση. Ο Σελίμ Γ΄ δολοφονήθηκε, αλλά ο Μαχμούτ γλύτωσε. Υπάρχουν πολλές εκδοχές για την σωτηρία του, με κυριότερη αυτή του Τούρκου ιστορικού του 19ου αιώνα Αχμέτ Σεβντέτ Πασά, που έχει ως εξής:

Μια σκλάβα, η Τζεβρίλ, όταν αντιλήφθηκε την αναταραχή στο παλάτι και την δολοφονία του Σελίμ Γ΄, μάζεψε στάχτες. Όταν οι δολοφόνοι πλησίασαν στα διαμερίσματα του χαρεμιού όπου έμενε ο Μαχμούτ, κατάφερε να τους καθυστερήσει, ρίχνοντας τις στάχτες στα μάτια τους και επιφέροντας μια προσωρινή αδυναμία στην όραση. Αυτή η καθυστέρηση ήταν αρκετή για να μπορέσει ο εικοσιτριάχρονος Μαχμούτ να βγει από ένα παράθυρο και να σκαρφαλώσει στην οροφή του χαρεμιού. Από εκεί έτρεξε προς την οροφή της Τρίτης Αυλής, όπου κάποιοι οπαδοί του τον είδαν και τον βοήθησαν να κατεβεί. Ώσπου να γίνει αυτό, κατέφθασε με τους άνδρες του ένας από τους αρχηγούς της εξέγερσης, ο Αλεμντάρ Μουσταφά Πασά και όρμησε στα διαμερίσματα του νεκρού Σελίμ Γ΄. Βλέποντας τη σορό του, ανακήρυξε αμέσως Παντισάχ (σουλτάνο) τον Μαχμούτ Β΄, κι εκείνος τον όρισε Μέγα Βεζίρη.

 

Ο Μαχμούτ Β΄ ήταν ο 30ός σουλτάνος και η περίοδος της βασιλείας του υπήρξε μια από τις κρισιμότερες στην ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Έπρεπε ν’ αντιμετωπίσει, όχι μόνο τους απελευθερωτικούς αγώνες των υπόδουλων λαών (Σέρβους και Έλληνες) και τα αποσχιστικά κινήματα τοπικών αξιωματούχων(Αγιάννηδων), αλλά και τις εχθρικές και επιζήμιες συμπεριφορές των Αλή Πασά Τεπελενλή των Ιωαννίνων και Μοχάμεντ Άλι Πασά της Αιγύπτου, καθώς και τον ανταγωνισμό των μεγάλων ευρωπαϊκών δυναμεων στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.

 

Όταν έγινε σουλτάνος, ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (είχε ξεσπάσει το 1806) βρισκόταν σε εξέλιξη. Ο Μαχμούτ Β΄ δεν κατάφερε να νικήσει και αναγκάστηκε να υπογράψει την Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1812) που σήμαινε την απώλεια της Βεσσαραβίας (ανατολικής Μολδαβίας) προς όφελος των Ρώσων και την παροχή μιας κάποιας αυτονομίας στους Σέρβους.

Η σκληρότητα με την οποία αντιμετώπισε την Ελληνική Επανάσταση δημιούργησε την εικόνα ενός αδίστακτου και αιμοδιψούς σουλτάνου από την ελληνική πλευρά της ιστορίας. Αντίθετα, οι Τούρκοι και οι Ευρωπαίοι βιογράφοι του τον περιγράφουν ως έναν από τους ικανότερους σουλτάνους και εξάρουν το μεταρρυθμιστικό του έργο.

 

Ο σουλτάνος έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτρέψει και να διαλύσει την εξέγερση των Ελλήνων, αλλά επί ματαίω. Κατάφερε, βέβαια, να δολοφονήσει τον ασυμβίβαστο και αυτονομημένο Αλή Πασά των Ιωαννίνων το 1822, να πνίξει στο αίμα τους Γενίτσαρους και να τους εξαφανίσει το 1826, αλλά αυτά δεν ήταν αρκετά.

 

Ζήτησε τη βοήθεια του Μωχάμετ Άλι για να αντιμετωπίσει τους Έλληνες κι εκείνος έστειλε στρατό με αρχηγό τον γιο του Ιμπραήμ. Ωστόσο, μετά την ήττα του τουρκικού στόλου στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου(1827), ο Μαχμούτ Β΄ υποχρεώθηκε σε υποχώρηση. Την επόμενη χρονιά ξέσπασε νέος Ρωσοτουρκικός Πόλεμος και ο σουλτάνος αναγκάστηκε να υπογράψει την Συνθήκη της Αδριανούπολης(1829), με την οποία, μεταξύ άλλων, αναγνωριζόταν η ανεξαρτησία της Ελλάδας.

 

Ο Μοχάμετ Άλι Πασά της Αιγύπτου χτύπησε ξανά το 1831, καταλαμβάνοντας την Συρία και την περιοχή του Ικονίου, νικώντας κατά κράτος τις τουρκικές δυνάμεις. Ο σουλτάνος ζήτησε τη βοήθεια των Ρώσων και υποχρεώθηκε να υπογράψει μια ταπεινωτική συνθήκη, τη Συνθήκη της Κιουτάχειας (1833) η οποία άνοιξε τον δρόμο για την ανεξαρτησία της Αιγύπτου (επιτεύχθηκε το 1839).

 

Ο Μαχμούτ Β΄ συνέδεσε το όνομά του με πολλές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούσαν στην αντιμετώπιση του φεουδαρχικού κατακερματισμού της Αυτοκρατορίας και στον εξευρωπαϊσμό της. Ανάμεσα σε άλλες ήταν η ίδρυση υπουργείων σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, η ίδρυση κοσμικών και στρατιωτικών σχολών, η κατάργηση των σαρικιών και η καθιέρωση του κόκκινου φεσιού των Αιγυπτίων, χωρίς να καταφέρει να εξαλείψει την ρίζα των αιτίων της παρακμής της αυτοκρατορίας του.

Είχε δεκαέξι συζύγους και απέκτησε είκοσι δύο γιους και είκοσι δύο κόρες. Κατάφεραν να επιζήσουν, τουλάχιστον ως την ενηλικίωσή τους, δύο γιοι και πέντε κόρες.